Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

M. Heidegger: Sein und Zeit (2)


                                     Μάρτιν  Χάιντεγκερ
1889–1976

Είναι  και  Χρόνος

§2

Η  μορφική  δομή του ερωτήματος για το Είναι

      ·  Προκαταρκτικά θα άξιζε κανείς να διερωτάται: τι ενδιαφέρει την καθημερινή μας ύπαρξη, τις τρέχουσες ενασχολήσεις μας ή υποχρεώσεις μας μια φιλοσοφική πραγμάτευση του Είναι ως τέτοιου; Μήπως καλυτερεύει η ζωή μας με φιλοσοφικά ερωτήματα για το Είναι και το νόημά του ή με άλλα παρόμοια ερωτήματα; Μήπως αίρονται  πιθανά αδιέξοδα ή δυσβάστακτα προβλήματα στον άμεσο πρακτικό βίο; Μήπως οδηγούμαστε σε μια άλλη πιο ευχάριστη μορφή ζωής από την ήδη διαθέσιμη στον κάθε άνθρωπο; Αυτά και τόσα άλλα ερωτήματα, διερωτήσεις ή ερωτηματικές στάσεις δεν είναι άσχετες με το ερώτημα για το Είναι, γιατί μέσα σε τούτο το ερώτημα ακόμη και ο διασκορπισμένος μέσα στην καθημερινότητά του άνθρωπος δύναται να (επαν)έλθει σε κάποια σχέση με τη μοναδικότητά του. Σε τούτο ακριβώς το στοιχείο ανάγει το μεγαλείο της η χαϊντεγκεριανή σκέψη: άγει την εν λόγω  μοναδικότητα στην κίνησή της.

     ·  Αυτό που απασχολεί τον φιλόσοφο στην παρούσα παράγραφο είναι: με ποια μορφή και ποιο τρόπο θα μπορούσε να δομηθεί το ερώτημα για το νόημα του Είναι, ώστε να συνιστά πραγματικά το θεμελιώδες ερώτημα και να καθιστά ορατή αυτή την ιδιαίτερη σημασία του; Πριν από κάθε διεξοδική ενασχόληση με το ερώτημα, διατυπώνει ορισμένες σκέψεις για τα ουσιώδη δομικά στοιχεία του ερωτάν (Fragen) εν γένει ως αναζητείν και υπό τον αστερισμό τούτο για το ως άνω θεμελιώδες ερώτημα. Τα δομικά τούτα στοιχεία του ερωτάν είναι τρία: το Gefragte, το Befragte και το Erfragte. Και τα τρία έχουν κοινή ετυμολογική καταγωγή από το Frag-en [=ερωτάν].

      ·  Για το τι σημαίνει το Gefragte σημειώνει σχετικά ο φιλόσοφος: «το ερωτάν, ως ερωτάν για κάτι, έχει εκείνο για το οποίο ρωτά  (sein Gefragtes)” (σ. 5, ελλ. μτφρ. σ. 28). Το  Gefragte, επομένως, είναι αυτό, για το οποίο ρωτάμε. Π.χ. ρωτάμε: ποιο είναι το σπίτι σου; Το Gefragte είναι το σπίτι. Αλλά κάθε ερωτάν  για κάτι είναι, κατά έναν τρόπο, ένα ερωτάν που απευθύνεται σε κάποιον ή κάτι. Αυτό σημαίνει ότι εκτός από αυτό για το οποίο τίθεται το ερώτημα, αποτελεί συστατικό στοιχείο του ερωτάν και εκείνο ή εκείνος που επερωτάται (das Befragte). Στο παραπάνω παράδειγμα είσαι εσύ που επερωτάσαι. Και η απάντηση που εσύ δίνεις είναι το  Erfragte.

      ·  Το τελευταίο που ταυτίζεται με την απάντηση ο φιλόσοφος δεν το ονομάζει απάντηση, αλλά das Erfragte, δηλαδή «εκείνο που σκοπεύει κανείς να βρει» (σ. 5, ελλ. μτφρ. 28). Και δεν το ονομάζει απάντηση, γιατί κάθε απάντηση με νόημα αποτελεί μέρος του ερωτάν και δεν ξεχωρίζει τον εαυτό της από τούτο, που στοχεύει στην απάντηση. Ένα ερώτημα έχει νόημα, όταν έχει σκοπό και τον πετυχαίνει. Πότε συνεπώς βρισκόμαστε μέσα στη διαδικασία του ερωτάν; Όταν θέτουμε ερώτημα με νόημα. Και το πρώτο, θεμελιακό ερώτημα με νόημα είναι το ερώτημα για το Είναι. Είναι ερώτημα με νόημα, γιατί, ακόμη κι αν δεν ξέρουμε τι είναι αυτό στην ουσία του, έχουμε μια προκατανόησή του.

     ·  Το ίδιο το Είναι συνιστά το Gefragte και καθοδηγεί το ερώτημά μας. Επομένως πρόκειται για ένα ρητό, αποφασιστικό και θεμελιακό ερώτημα και όχι για οποιοδήποτε τυχαίο ερώτημα, που τίθεται απλώς για να περνά η ώρα. Στην αναλογία τούτη, το Erfragte είναι το καθορισμένο νόημα του Είναι που επιζητούμε. Και το Befragte είναι το ον ή τα όντα που επερωντώνται. Ας δούμε το πράγμα λίγο πιο διεξοδικά: Πριν από καθετί άλλο διαθέτουμε μια πρώτη, θαμπή, συσκοτισμένη κατανόηση του Είναι, αφού όλα τα πράγματα, είτε σημαντικά είτε ασήμαντα, σχετίζονται έτσι ή αλλιώς με το Είναι, όπως και κάθε ερώτημα, ακόμη και το πιο απλό. Λέμε, για παράδειγμα: ποιο είναι το σπίτι σου, ποιο είναι το όνομά σου κ.λπ.

      ·  Αυτό λοιπόν για το οποίο ρωτάμε (das Gefragte) και στο οποίο καλούμαστε να εισδύσουμε είναι το Είναι. Με βάση τούτο, όπως είπαμε, έχουμε μια πρώτη κατανόηση των όντων και αυτού του ίδιου. Το ζήτημα κάθε φορά δεν είναι να μείνουμε σε μια τέτοια προκατανόηση, αλλά να ρωτάμε βαθύτερα και με τρόπο ταιριαστό για το Είναι και το νόημά του (das Erfragte). Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία στη και για τη ζωή, γιατί έχοντας μια προκαταρκτική ή μια πρόχειρη κατανόηση για κάτι δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε σε αυτή και να νομίζουμε ότι έχουμε εισχωρήσει στο νόημα του υπάρχοντος. Αλλά ποιος ερωτάται για το νόημα του Είναι (das Befragte); Ποιο είναι δηλαδή το Befragte; Τα ίδια τα όντα. Επομένως για να τίθεται ταιριαστά το ερώτημα για το νόημα του Είναι, πρέπει να ξέρουμε ποια είναι τα όντα εκείνα, με τα οποία μπορεί να αρχίσει η ερωτηματοθεσία για το Είναι.

       ·  Τα όντα αυτά είναι ο ίδιος ο ερωτών, ο οποίος λαμβάνει την ουσία του από αυτό τούτο το Είναι, για το οποίο ερωτά. Είμαστε δηλαδή εκάστοτε οι ίδιοι εμείς που ρωτάμε. Ρωτώντας, δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να αναγνωρίζουμε ότι μέσα στο δικό μας ερωτάν, στη δική μας αναζήτηση, είμαστε εκείνο, για το οποίο ρωτάμε. Ο Χάιντεγκερ ονομάζει εκείνο που εμείς οι ίδιοι είμαστε και το οποίο συγχρόνως έχει τη δυνατότητα να ερωτά: Dasein (εδωνά-Είναι ή ώδε-Είναι). Τούτο δεν σημαίνει πως έτσι αβασάνιστα το Dasein ισοδυναμεί ή συμπίπτει με τον έναν ή τον άλλο άνθρωπο ή γενικά με τους ανθρώπους, αλλά ότι εμείς, ως ερωτώντες, είμαστε το ον που κινούμαστε στην κατά μέσον όρο κατανόηση του Είναι· μια κατανόηση που «ιδιάζει στην ουσιώδη σύσταση του Dasein» (σ. 8, ελλ. μτφρ. 33). Άρα, ως ερωτώντες, είμαστε το ον που ιδιάζει σε τούτη τη σύσταση.