Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Nietzsche: από τον σκλάβο στον υπεράνθρωπο



 

 

Φρίντριχ Νίτσε

1844-1900

 

Ο υπεράνθρωπος:

μέτρο όλων των πραγμάτων

 

§1

 

Σκλάβος και υπεράνθρωπος νοούνται ως δυο άκρως αντίθετοι τύποι του ανθρώπου, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί και συνεχίζουν να διαμορφώνονται ιστορικά και κοινωνικά-πολιτικά-πολιτισμικά.  Πρόκειται για μια αντίθεση, μπροστά στην οποία η αντίθεση των κοινωνικών τάξεων μοιάζει σαν όαση. Σύμφωνα με τον Νίτσε, σκλάβος ορίζεται εκείνος ο τύπος ανθρώπου, που ενεργεί και σκέφτεται ως μέλος ή μέρος μια ομάδας, μιας αγέλης, όπως λέει ο φιλόσοφος· ως τέτοιο μέρος παραδίδει την ατομικότητά του, το αυτεξούσιό του σε μια ξένη, εξωτερική αρχή ή πηγή, η οποία άγει και φέρει μια τέτοια ατομικότητα με βάση τις δικές της εντολές, ήτοι τη δική της αρχή. Έτσι ο σκλάβος δεν είναι απλώς ο καταπιεσμένος οικονομικά κ.λπ., δηλαδή ο προλετάριος, αλλά και εκείνος ο ανίκανος και γι’ αυτό αδύναμος άνθρωπος που δομείται σε εξουσία και εξουσιάζει φαινομενικά τον οικονομικά, ας πούμε, αδύναμο, αλλά στην πράξη επιχειρεί, δια της εξουσίας, να αποδυναμώσει τον δυνατό/δυνατούς άνθρωπο/ανθρώπους, τον ανώτερο άνθρωπο. Από εδώ λοιπόν προκύπτει η αναγκαιότητα του υπεράνθρωπου.

§2

 

Ο υπεράνθρωπος δεν νοείται ως κάποιο υπερκόσμιο ον, ως ένας άλλος θεός έξωθεν ερχόμενος ή επιβαλλόμενος, αλλά ως μια συνεχής αυτο-υπέρβαση του ίδιου του ανθρώπου: το ιδανικό της ανθρώπινης ανάπτυξης, που έχει ρεαλιστική βάση στη ζωή, νοούμενη ως το ένστικτο του ανθρώπου για ανάπτυξη σε επίπεδο φυσιολογίας, πολιτισμού, πνεύματος· με δυο λόγια, για ανάπτυξη σώματος και ψυχής-πνεύματος συγχρόνως.  Ως λέξη και εν μέρει ως νοητικό γύμνασμα, ο υπεράνθρωπος ηχεί σαν κάτι το γνωστό, το οικείο, και συγχρόνως ως κάτι το εξωτικό. Στην πραγματικότητα μια ολική ή μερική άγνοια, μια διαδεδομένη σύγχυση γύρω από τον νιτσεϊκό υπεράνθρωπο πλανιέται πάνω από τα κεφάλια μας. Όσο μέσα στην ιστορία των ιδεών διατηρείται αυτή η σύγχυση, ιδέες, όπως η ιδέα του υπεράνθρωπου, εύκολα παραποιούνται ή χρησιμοποιούνται παραποιημένα. Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι οι θεωρητικοί του ναζισμού χρησιμοποίησαν αυτή την ιδέα του Νίτσε για δικούς τους φυλετικούς σκοπούς. Όταν μια φιλοσοφική ιδέα ή σύλληψη κλείνει μέσα της πλούτο, συνήθως γίνεται εύκολο θήραμα στις ορέξεις επίδοξων επιγόνων: στο όνομα της «αυθεντίας» που διεκδικεί η περίπτωση κάθε ανίκανου, κάθε αδύναμου τύπου, συμβαίνουν ομοβροντίες στρεβλώσεων και διαστρεβλώσεων σημαντικών φιλοσόφων.

 

§3

 

Αυτή είναι η μοίρα του Μεγάλου και του Σπουδαίου. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την πολιτική φιλοσοφία του Χέγκελ, όπως και με την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, του Χάιντεγκερ κ.α. Τι επιδιώκει  με τη θεωρία του υπεράνθρωπου ο Νίτσε; Επιδιώκει να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά του υπερβατικού κόσμου. Μετά τον θάνατο του θεού, ο υπεράνθρωπος ευαγγελίζεται έναν άνθρωπο επί της γης που να έχει τη δύναμη να επιβάλει τη βούλησή του σε όλα τα πράγματα του κόσμου και να παραγάγει νέα νοήματα, να καθιδρύσει την κατάφαση της ζωής. Με τα ίδια τα λόγια του υπεράνθρωπου, δηλαδή του Νίτσε, «ο άνθρωπος πρέπει να ξεπεραστεί». Αλλά ποιος άνθρωπος; Γενικώς, ο σκλάβος. Πιο συγκεκριμένα, εκείνος που έχει χάσει τον ορίζοντά του, που δεν έχει επίγνωση ότι είναι ο δολοφόνος του θεού, και μάλιστα του δικού του θεού που φέρει ή οφείλει να φέρει μέσα του· δηλαδή του θεϊκής δυναμικής εαυτού. Αυτός ο άνθρωπος έχει εγκαταλείψει κάθε σκέψη, κάθε ερώτημα για την ύπαρξη και ως εκ τούτου συμφιλιώνεται με την καταπίεση της ζωής, με τη σύνθλιψή του: επενδύει τη «δημιουργική του ικανότητα» στο να χαλκεύει τα πιο ύπουλα δεσμά για τον εαυτό του και τους άλλους. Ποια είναι αυτά τα δεσμά; Η ηθική που δημιουργούν όλοι οι κουρασμένοι του κόσμου τούτου, οι εξαθλιωμένοι, οι υποταγμένοι, οι σύγχρονοι σκλάβοι.

   

§4

 

Αυτοί εδώ έχουν χάσει την ατομικότητά τους, δεν την αναγνωρίζουν ως την πηγή όλων των αξιών και έτσι αρκούνται στο να υποτάσσονται με ευαρέσκεια στη δύναμη αυτού που περνάει για ισχυρός, αλλά οντολογικά είναι αδύναμος/ανίκανος, και να είναι ευχαριστημένοι με οτιδήποτε τους συμβαίνει στη γη. Τι τους συμβαίνει; Να έχουν χάσει την αίσθηση του ευγενούς ανθρώπου και ως αντιστάθμισμα να αναζητούν ζωώδεις βεβαιότητες στην καθημερινή τους ζωή, αλλά και στην ύπαρξή τους ολόκληρη. Στο πλαίσιο αυτών των βεβαιοτήτων αποφεύγουν το κακό, όχι επειδή είναι κακό, αλλά επειδή φοβούνται να αποκηρύξουν την ηθική του σκλάβου και να ριψοκινδυνεύσουν την αποτίναξη αυτού που παράγει το κακό. Ποιος παράγει το κακό; «Το πνεύμα του βάρους», το πνεύμα όλων των θεωρημάτων και ιδεολογικών κατασκευών, που είχαν και έχουν ως έργο τους από τη μια πλευρά να παραπλανούν, να καταπιέζουν, να συνθλίβουν την ανθρώπινη ύπαρξη και από την άλλη να την παρηγορούν,  προσφέροντας αφειδώς οίκτο και συμπόνια, εργατικότητα και πειθαρχία, συναίνεση και υποταγή.  Με το να εισάγονται στη ζωή όλα τούτα τα χαρακτηριστικά, ρίχνουν τον άνθρωπο στα κάτεργα μιας βαθιάς άγνοιας και παράλληλα στον ωκεανό μιας αχαλίνωτης υπεροψίας. Το αποτέλεσμα είναι, ο ίδιος ο άνθρωπος να επιζητεί την εξουσία του δυνάστη του και δουλικά να μετατρέπει τον εαυτό του σε όχλο που αναπαράγει αυτή την εξουσία για λογαριασμό του δυνάστη του.

 

§5

 

Η ζωή του σκλάβου, όπως εκτέθηκε σε αδρές γραμμές πιο πάνω, είναι η καταστροφή της γης. Αντίθετα, η παρουσία του υπεράνθρωπου κυοφορεί το νόημα της γης. Τούτο σημαίνει πως ο υπεράνθρωπος δέχεται τον θάνατο του θεού και μαζί όλων εκείνων των ιερόσυλων πλασμάτων, που ομιλούν για επουράνιες προσδοκίες –μεταφορικά και κυριολεκτικά–, και στην πράξη περιφρονούν τη ζωή και όλους εκείνους τους εξαθλιωμένους, στο όνομα των οποίων διακηρύσσουν όλες αυτές τις «αξίες». Ο Υπεράνθρωπος αναδύεται από την ανάγκη να διερευνήσει το γίγνεσθαι του κόσμου και να μάθει τους ανθρώπους να γίνονται υπερ-άνθρωποι, να περιφρονούν την ευτυχία, με την τρέχουσα γλώσσα της καταναλωτικής ή μαζικής «ευτυχίας», η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από «δυστυχισμένη καλοπέραση». Εάν λοιπόν  η κατάσταση του ανθρώπου είναι μια άβυσσος, συγχρόνως αποτελεί, για τον υπεράνθρωπο, και ένα πέρασμα. Προς ποια κατεύθυνση; Προς τον ισχυρό ανεμοστρόβιλο του ανθρώπου , που διαρκώς βρίσκει την αλήθεια του στο να προχωρεί πέρα και πάνω από τον αυτο-εξουθενωμένο του εαυτό.