Τρίτη 27 Μαΐου 2025

Αριστοτέλης: Περί του Βίου και του Έργου του (2)


 

ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗΣ

384–322/21 π.Χ.

Βίος και Έργο

[συνέχεια]

ΤΟ ΕΡΓΟ

 §1. Τα έργα του Αριστοτέλη τα ταξινόμησε και τα εξέδωσε εκ νέου ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος, περίπου το 30 π.Χ., στη Ρώμη ή στην Αθήνα. Πρόκειται για ένα μνημειώδες επίτευγμα, με οδηγό το οποίο ακολούθησαν κι όλες οι μεταγενέστερες εκδόσεις του συνολικού έργου του Αριστοτέλη, φιλολογικά άρτια προσεγμένες ως προς τον ακριβέστερο καθορισμό των ορίων της γνησιότητας των κειμένων και των μεταγενέστερων επεμβάσεων. Τα έργα του Αριστοτέλη μπορούν να χωριστούν σε δυο κατηγορίες: εξωτερικά έργα, που προορίζονται για δημοσίευση, και εσωτερικά ή ακροαματικά έργα, που προορίζονται αποκλειστικά για τους σπουδαστές της σχολής. Από τα πρώτα, ελάχιστα σώζονται, μερικοί τίτλοι διαλόγων και μερικά αποσπάσματα ενός προτρεπτικού λόγου για τη φιλοσοφία (Προτρεπτικός) και των διαλόγων Εύδημος ή Περί Ψυχής και Περί Φιλοσοφίας. Στην ουσία αυτά τα γραπτά γενικά ανήκουν σε μια πρώιμη φάση της αριστοτελικής σκέψης, στην περίοδο της παραμονής του στη σχολή του Πλάτωνα ή της πρώτης του διδασκαλίας στην Άσσο και τη Μυτιλήνη. Αντίθετα, το σύνολο των γραπτών του που προοριζόταν για τη σχολή έχει διασωθεί σχεδόν ολόκληρο.

Περιλαμβάνει: μια ομάδα έξι γραπτών για τη Λογική: Κατηγορίες, Περί Ερμηνείας, Αναλυτικά Πρότερα, σε δυο βιβλία, Αναλυτικά Ύστερα, σε δυο βιβλία, Τοπικά, σε οκτώ βιβλία, Σοφιστικοί Έλεγχοι. Ο γενικός τίτλος τους είναι: Όργανον. Αυτός ο τίτλος δεν δόθηκε από τον Αριστοτέλη, αλλά μεταγενέστερα. Βασικά ξεκίνησε αυτή η συλλογή των εν λόγω έργων υπό τον τίτλο Όργανον τον 6ο αιώνα. μ.Χ. Σημειωτέο, στη συνάφεια τούτη, πως ό,τι ονομάζουμε εμείς σήμερα Λογική ο Αριστοτέλης το ονόμαζε Αναλυτική. Αυτή δεν τη θεωρούσε ως έναν κλάδο της θεωρητικής φιλοσοφίας, αλλά ως μια προπαιδευτική, σχετική με την περιγραφή ή την παρουσίαση των οργάνων (ργανον) της διαλεκτικής συζήτησης. Ο παραδοσιακός χαρακτηρισμός για τη Λογική ως ργανον είναι παραπλανητικός, γιατί η Λογική ασχολείται με έννοιες, κρίσεις, συλλογισμούς, αποδείξεις κ.λπ., τα οποία δεν είναι όργανα της σκέψης αλλά δομικά στοιχεία της μεθοδικής της εκδίπλωσης.

§2. Άλλα έργα που έχουν σωθεί είναι τα Μετά τα Φυσικά, το σπουδαιότερο από τα φιλοσοφικά έργα, σε δεκατέσσερα βιβλία· έργα για τις φυσικές επιστήμες: Φυσική σε οκτώ βιβλία, Περί Ουρανού σε τέσσερα βιβλία, Περί Γενέσεως και Φθοράς σε δυο βιβλία, Μετεωρολογικά σε τέσσερα βιβλία· μια ομάδα γραπτών για τα ζώα: Περί τα Ζώα Ιστορίαι σε δέκα βιβλία, Περί Ζώων Μορίων σε τέσσερα βιβλία, Περί Ζώων Γενέσεως σε πέντε βιβλία, Περί Ζώων Πορείας, Περί Ζώων Κινήσεως. Επίσης, το έργο Περί ψυχής σε τρία βιβλία, αλλά και ηθικά και πολιτικά έργα. Ηθικά: [Μεγάλα Ηθικά] σε δυο βιβλία,  Ηθικά Ευδήμεια σε επτά βιβλία, Ηθικά Νικομάχεια σε δέκα βιβλία. Πολιτικά: Πολιτικά σε οκτώ βιβλία, Αθηναίων Πολιτεία. Ρητορική και Ποιητική: Ρητορική Τέχνη σε τρία βιβλία, Περί Ποιητικής (ημιτελής). Ως προκύπτει από το σύνολο του έργου του αλλά και από ιστορικές μαρτυρίες, ο Αριστοτέλης ανέπτυξε μια πολυσχιδή δραστηριότητα ανεκτίμητης φιλοσοφικής αξίας: με το έργο του καλλιέργησε σχεδόν όλους τους τομείς της γνώσης και τα γραπτά του αποτέλεσαν την εγκυκλοπαίδεια της ανθρώπινης γνώσης από τότε μέχρι σήμερα. Δεν νοείται στοχαστής στη διαχρονία του φιλοσοφικού Λόγου, που να μην έχει περάσει από την Αριστοτελική σκέψη. Ο κορυφαίος Έλληνας φιλόσοφος όχι μόνο μας μετέδωσε τη θετική επιστήμη της εποχής του, χάρη στην έρευνα των προκατόχων και των συγχρόνων του και στις δικές του πρωτότυπες παρατηρήσεις και έρευνες που πραγματοποίησε προσωπικά ή με τη βοήθεια των μαθητών του, αλλά στόχευε να κατασκευάσει κι ένα σύστημα γνώσης βασισμένο σε ένα οργανικό όραμα του σύμπαντος και θεμελιωμένο στην ευρύτερη δυνατή γνώση των γεγονότων που αντλούνται από την εμπειρία. Ο Αριστοτέλης θεωρείται ο θεμελιωτής των επιστημονικών μελετών στον τομέα της συγκριτικής ανατομίας και φυσιολογίας, της λογικής, της ιστορίας της φιλοσοφίας κ.λπ. Ξεκινώντας από την αντίληψη του δασκάλου του Πλάτωνα για τις Ιδέες, ο οποίος τόνισε τον διαχωρισμό μεταξύ του νοητού και του αισθητού κόσμου, ο Αριστοτέλης, ασκώντας κριτική στον ίδιο, επεξεργάζεται μια εντελώς νέα θεωρία της γνώσης και μια θεωρία της έννοιας που δεν είναι πλέον μεταφυσική, αλλά λογική. Ενώ για τον Πλάτωνα οι ιδέες υπάρχουν καθαυτές, αιώνια, σε έναν «νοητό κόσμο» του οποίου ο αισθητός κόσμος είναι μόνο μια ατελής αντανάκλαση, ο Αριστοτέλης αρνείται τον διαχωρισμό μεταξύ του κόσμου των καθολικών ιδεών και του κόσμου των εμπειρικών δεδομένων. Επιχειρεί να πλησιάσει τα πράγματα με πιο συγκεκριμένο τρόπο κι αυτή η συγκεκριμένη πραγμάτευση του αντικειμενικού κόσμου είναι το σήμα κατατεθέν της φιλοσοφικής του σκέψης.

§3. Απέναντι στον τρόπο, με τον οποίο ο Πλάτων συνέλαβε τη θεωρία των ιδεών, ο Αριστοτέλης διαφοροποιήθηκε αισθητά. Θεωρούσε πως η Πλατωνική θεωρία των ιδεών παραπέμπει σε έναν ανώφελο αναδιπλασιασμό της πραγματικότητας και δεν συμβάλλει στον δυνατό βαθμό για την κατανόηση της πραγματικότητας ούτε μπορεί να εξηγήσει τη σχέση ή καλύτερα τη δράση αυτών των ιδεών στον κόσμο των πραγμάτων. Επίσης δεν ρίχνει πολύ φως στη γέννηση και την κίνηση των τελευταίων. Το να λέμε ότι οι ιδέες είναι τα αρχέτυπα και ότι όλα τα άλλα πράγματα είναι έκτυπά τους, ισοδυναμεί με το να εκστομίζουμε κενές φράσεις και να χρησιμοποιούμε ποιητικές μεταφορές. Ο Αριστοτέλης συμφωνεί με τον Πλάτωνα στην αρχή ότι η επιστήμη, η φιλοσοφική Γνώση, έχει ως αντικείμενο  το καθολικό. Το τελευταίο δεν νοείται ως ένα ποσοτικό Όλο ούτε εκφράζει ένα συγκεκριμένο, καθορισμένο ον, αλλά μάλλον μια ορισμένη φύση του όντος. Το συγκεκριμένα καθορισμένο ον, η αληθινή και μόνη πραγματικότητα είναι το άτομο. Ωστόσο, αυτό που του δίνει πραγματικότητα, αυτό που το καθιστά ουσία, είναι το καθολικό, που νοείται όχι ως έχον αυτόνομη ύπαρξη, αλλά ως μορφή εμμενής στην πραγματική και συγκεκριμένη ύπαρξη. Αν οι καθολικές ιδέες είναι οι ίδιες οι ουσίες των αισθητών πραγμάτων, η επιστήμη είναι η επιστήμη του συγκεκριμένου καθολικού. Είναι ταυτόχρονα η επιστήμη του πραγματικού και η επιστήμη του καθόλου. Τρία καίρια μεθοδικά βήματα χαρακτηρίζουν τη θεωρία και την πρακτική της φιλοσοφίας σύμφωνα με τον Αριστοτέλη: πρώτα – πρώτα διεξοδική έρευνα και περιγραφή των απόψεων, που έχουν εκτυλιχθεί κατά το παρελθόν ή εκτυλίσσονται στο παρόν για ένα αντικείμενο. Στο δεύτερο βήμα, αυτές οι απόψεις αντιμετωπίζονται ως πρόβλημα προς λύση  και στο τρίτο βήμα εξετάζονται ή αναζητούνται οι λύσεις του προβλήματος. Πάντοτε, ο Αριστοτέλης ασκεί μια καλοπροαίρετη, σε γενικές γραμμές, κριτική σε θέσεις και απόψεις προγενέστερων στοχαστών, δεδομένου, όπως αναφέρει κι ο ίδιος στα Μετά τα Φυσικά 993a30 η προσέγγιση της αλήθειας είναι δύσκολη, δεν είναι εύκολη, αλλά όχι και ακατόρθωτη:

«Η θεώρηση της αλήθειας από μια άποψη είναι δύσκολη, ενώ από άλλη εύκολη. Ένδειξη δε γι’ αυτό αποτελεί το γεγονός ότι μήτε κανείς μπορεί να την προσεγγίσει ικανοποιητικά μήτε όλοι είναι δυνατό να αποτυγχάνουν πλήρως, αλλά όλοι κάτι μπορούν να λένε περί της φύσεως και κάθε ερευνητής ασφαλώς ξεχωριστά μπορεί να μη συνεισφέρει καθόλου στην έρευνα ή να συνεισφέρει ελάχιστα· από όλα όμως συγκεντρωμένα μπορεί να προκύψει κάποιο μέγεθος από γνώσεις».    

 §4. Με αυτή του τη θέση ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει ότι, πέραν ολίγων ακραίων εξηγήσεων ή αναλύσεων (π.χ. σοφιστικές απόψεις, ελεατικές αντιλήψεις περί κίνησης κ.λπ.), όλοι οι φιλόσοφοι έχουν κάτι να συνεισφέρουν στην αναζήτηση της φιλοσοφικής αλήθειας. Πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, όταν ξέρουμε, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ότι από τη φύση τους τα πράγματα είναι «φανερότατα από όλα» 993b11 και ότι εξαρτάται κατά πολύ από το νου της ψυχής μας να τα αποτυπώνει σωστά (ό.π.). Τούτο σημαίνει περαιτέρω πως η κάθε άποψη, όσο διαφορετική κι αν είναι από μια άλλη, έχει λόγο στην αναζήτηση της αλήθειας. Παρατηρεί σχετικά ο Αριστοτέλης:

«Δίκαιο είναι μάλιστα να χρωστάμε χάρη όχι μόνο σε εκείνους, των οποίων συμμεριζόμαστε τις απόψεις, αλλά και σε εκείνους που διατύπωσαν πιο επιπόλαιες απόψεις· γιατί κι αυτοί κάτι έχουν προσφέρει· δηλαδή άσκησαν την ικανότητα της σκέψης πριν από εμάς» (ό.π. 11-14).

 Τούτο ισχύει αντικειμενικά, έτι περισσότερο, για όλους τους ανθρώπους, γιατί ο άνθρωπος, ως τέτοιος, είναι από τη φύση του εξοπλισμένος με τρόπους, μέσα ή δυνάμεις για την παραγωγή γνώσης, όπως είναι ο νους της ψυχής, η νοητική λειτουργία δηλαδή, οι αισθητηριακές αντιλήψεις, η αισθητηριακή ικανότητα πρόσληψης κ.λπ.. Στη συνάφεια τούτη, ο άνθρωπος έχει προδιάθεση από τη φύση του να θέλει να ανακαλύπτει την αλήθεια κάθε πράγματος, γι’ αυτό και όσοι έχουν αναπτύξει πλήρως τις νοητικές τους ικανότητες –και τούτο υπό συγκεκριμένες συνθήκες και όχι εντελώς απροϋπόθετα– αφοσιώνονται στη φιλοσοφική αλήθεια των πραγμάτων, έχουν δηλαδή ως υπέρτατο προορισμό τους να φιλοσοφούν βαθιά και δίκαια. Από εδώ συνάγεται ακόμη ότι η φιλοσοφία δικαίως ονομάζεται επιστήμη της αλήθειας.