Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Αριστοτέλης: περί σολοικισμού και λεκτικής βαρβαρότητας



Τι είναι σολοικισμός;

§1

Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τη λέξη σολοικισμός, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, για να χαρακτηρίσει ορισμένα γλωσσικά λάθη, καθοριστικής σημασίας σε  σχέση με τη σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας.
Ι. Κατ’ αρχήν, η καταγωγή της εν λόγω λέξης ανάγεται πίσω στην πόλη Σόλοι στην Κιλικία. Όπως μας λέει ο Διογένης ο Λαέρτιος (Βιβλίο 1, 5), όταν έφυγε ο Σόλων από τον Κροίσο, πήγε στην Κιλικία και εκεί έχτισε μια πόλη, που της έδωσε το όνομά του, τους Σόλους. Εκεί εγκατέστησε έναν ορισμένο αριθμό Αθηναίων, οι οποίοι με τον καιρό ξέχασαν την αττική διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας και μιλούσαν λανθασμένα· τότε λέχθηκε ότι «σολοικίζουν».


ΙΙ. Πώς κατανοεί και αντιστοίχως ερμηνεύει το σολοικίζειν ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος; Στο έργο του Ρητορική και πιο ειδικά εκεί που συζητεί για τη σωστή δομή και χρήση του λόγου (βιβλίο Γ, 5), λαμβάνει ως θεμελιώδη βάση του ύφους του λόγου ‒και δη του ρητορικού‒τ λληνίζειν, δηλαδή το να μιλάει κανείς σωστά ελληνικά, και το αντιθέτει, υπό μια έννοια, προς το σολοικίζειν. Αναλύει ως προϋποθέσεις, για τη σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας, πέντε σημεία, μεταξύ των οποίων και το φαινόμενο του σολοικισμού.

§2

Ι. Από άποψη γενικής αρχής, πρώτα πρώτα, ο σολοικισμός υποδηλώνει συντακτικά λάθη, με περαιτέρω συνέπειες την ασάφεια και την αοριστία. Ο Αριστοτέλης μας λέει πως ο σολοικισμός προκαλείται από την έλλειψη αντιστοιχίας, που προκύπτει από τη μη σύζευξη δυο λέξεων με μια λέξη, ταιριαστή και στις δυο: το βλέπω π.χ. δεν μπορεί να λεχθεί ως κοινή λέξη για τον ήχο και για το χρώμα· απεναντίας, για τις δυο τελευταίες έννοιες-λέξεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ως ταιριαστή και στη μια και στην άλλη, η λέξη αντιλαμβάνομαι (Ρητορική 1407b). Ανάλογα λοιπόν με τη χρήση των λέξεων-εννοιών παράγεται ασάφεια ή σαφήνεια και κατανόηση/συνεννόηση.
II. Παρόμοια ασάφεια, συνεχίζει ο φιλόσοφος, δημιουργείται, όταν παρεμβάλλει κανείς ένα σωρό άλλες λέξεις ή φράσεις σε μια φράση-πρόταση, προτού ακόμα την ολοκληρώσει. Π.χ. «Γιατί σκεπτόμουν, αφού μιλήσω με εκείνον για το τάδε και τάδε ζήτημα και με τον τάδε τρόπο, να αναχωρήσω» (ό.π.). Αυτά ο Αριστοτέλης τα έγραφε πριν από πλείστα όσα χρόνια· πού να φανταζόταν ότι αποτυπώνει με μοναδική ακρίβεια το σολοικίζειν που εφαρμόζουν κατά κόρον οι  σημερινοί Σόλοι, τα φαιδρά, αγράμματα όντα του σύγχρονου θιάσου  της «δημόσιας» ζωής» [=όχι μόνο οι επαγγελματίες πολιτικοί, αλλά και οι ποικίλοι ακατέργαστοι της μαζικής πληροφόρησης, των διαφόρων συντεχνιών, μα και ουκ ολίγοι διορισμένοι, μέσω συγγενικών τους ιδεολογικά-κομματικά ομάδων, σκοταδιστές των μορφωτικών ιδρυμάτων].

ΙΙΙ. Μια ακόμη συναφή διάσταση του φαινομένου του σολοικίζειν, απολύτως ταιριαστή στον προαναφερθέντα θίασο, μας παρουσιάζει ο Αριστοτέλης στους Σοφιστικούς ελέγχους (165b20 κ.εξ), με το παράδειγμα των σοφιστών: μεταξύ των άλλων επιχειρούν να κάνουν τον αντίπαλο συζητητή τους να διαπράττει σολοικισμούς· δηλαδή να καταφεύγει σε λεκτικούς βαρβαρισμούς και να στρεψοδικεί κατά περίπτωση. Επίσης σολοικισμός, κατά τα φαινόμενα, δημιουργείται με την ασυμφωνία των καταλήξεων στο γένος (αρσενικό-θηλυκό-ουδέτερο) μιας λέξης. Π.χ. η χρήση της λέξης «αυτό» (ουδ. γένος) στη θέση του αρσενικού ή θηλυκού (ό.π., 173b κ.εξ). Σε κάθε περίπτωση, η γλώσσα είναι ο καθρέπτης της σκέψης του ανθρώπου και όχι όργανο, όπως χυδαία αποφαίνονται οι προαναφερθέντες θορυβοποιοί της μαζικής κουλτούρας. Ο Χάιντεγκερ συνόψισε την οντολογική σημασία της γλώσσας για τον άνθρωπο σε λίγες μεν, αλλά πυρηνικές λέξεις: «η γλώσσα είναι ο οίκος του Είναι»· στη γλώσσα ο άνθρωπος έχει την εστία του.