Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

Αρχαία τραγωδία: ο τραγικός ήρωας και η ζωή




Αρχαία Ελληνική Τραγωδία


«Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά»

§1

     I. Οι ήρωες της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας είναι τα κατ’ εξοχήν τραγικά πρόσωπα, γύρω από τα οποία και εντός των οποίων εκτυλίσσεται όλος ο μύθος της τραγωδίας. Αλλά τι σημαίνει γι’ αυτούς ότι είναι πρόσωπα; Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (των περί τα ζώα ιστοριών 491bˑ περί ζώων μορίων 662a), το πρόσωπο παίρνει, πρώτα-πρώτα, το όνομά του από τη λειτουργία του ως τμήμα του ανθρώπινου σώματος: ο άνθρωπος, σε αντίθεση με τα άλλα ζώα, είναι το μόνο ζώο που στέκεται όρθιο, κοιτάζει μπροστά και μιλάει εντελώς κατά πρόσωπο. Με μια φράση: συνδυάζει το βλέμμα και το ενώπιονˑ και τούτο όχι έξω και από την ετυμολογική του ερμηνεία: προς-ωπο (ψ) σημαίνει εκείνο που βλέπει προς τα μπρος. Γενικώς ειπείν, το πρόσωπο είναι αυτό που εκτίθεται σε θέα και συγχρόνως εκθέτει σε θέα.

     II.Αυτούς τους ήρωες που συναντάμε στην αρχαία ελληνική τραγωδία είναι λοιπόν τέτοια πρόσωπα, καθώς δεν στέκονται κάπου μακριά από τον κόσμο της κοινωνίας, παραδεδομένοι στα χάδια μιας αύρας ή στην επίπλαστη αυτο-ανύψωση μιας οινοποσίας, αλλά βρίσκονται στο κέντρο της ζωής: συνήθως έρχονται ενώπιόν μας, εμπίπτουν στο βλέμμα μας, ως γνωστοί ήρωες από τον κεντρικό ρόλο που έπαιζαν στα ομηρικά έπη καθώς και στις άλλες ποιητικές συνθέσεις του επικού κύκλου. Μέσα από τη μυθική τους πρόσληψη ή επένδυση παρουσιάζονται οντολογικά να κινούνται ανάμεσα στους θεούς και τους θνητούς. Ετούτο είναι το πρώτο σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση και νομιμοποίηση του ηρωικού Είναι του ανθρώπου, του ηρωικού ανθρώπου ως τέτοιου.

§2

     Ι. Η γλώσσα των ηρώων προηγείται κάθε είδους λόγου και αφήνει ελεύθερο τον χώρο σε μια ζωντανή, κατά πρόσωπο επικοινωνίαˑ στην τραγωδία βασικά μια τέτοια επικοινωνία καθίσταται πρωτίστως εφικτή με την οπτική αντιπαράθεση: το ένα πρόσωπο καλείται να κοιτάξει το άλλο πρόσωπο κατενώπιον. Βλέπουμε ή ακούμε, για παράδειγμα, στον Ιππόλυτο του Ευριπίδη τον Θησέα να ζητεί από τον Ιππόλυτο να κοιτάξει κατά πρόσωπο τον πατέρα του (στ. 946-947). Ο ήρωας, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να είναι ένας καθημερινός θνητός που αρκείται να διαβάζει την εφημερίδα του και να ησυχάζει διασπείροντας πληροφορίες, έστω και τραγικές. Απεναντίας είναι το αλεξικέραυνο που προορίζεται να εξουδετερώνει την απειλητική για μια κοινωνία κεραυνοπληξία. Ακόμη κι όταν η μια ή η άλλη κεραυνοβόλα κατάσταση αποτρέπει την κατά πρόσωπο επικοινωνία –π.χ. ο Ορέστης ζητεί να προχωρεί στα σκοτεινά, για να ξεφύγει από τα μάτια του γέροντα Τυνδάρεω, μετά το φόνο της μάνας του (Ορέστης, στ. 467-469)– το ηρωικό πρόσωπο είναι πάντοτε παρόν, για να ενσαρκώσει την κοινότητα της ζωής.
     ΙΙ. Το ερώτημα που γεννιέται, για κάθε κοινωνία σε κάθε εποχή, είναι τούτο: έχουν ανάγκη οι λαοί από ήρωες; Προκαταβολικά θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως οι λαοί που στερούνται τους ήρωές τους, είτε ως μυθικά πρόσωπα είτε ως ανυπότακτα πρόσωπα ανδρείας και υπέρβασης του φόβου του θανάτου,  καταρρέουν. Αυτό μαρτυρά η ιστορία. Η αντι-ηρωική εποχή, ας πούμε, της σημερινής εποχής έχει ως μοναδικούς «ήρωες» του ανθρώπινου βίου καθημερινούς θνητούς, που φαντάζονται τους εαυτούς τους «γίγαντες» της τέχνης ή της πολιτικής, ενώ στην πράξη είναι οι πιο δειλοί και οι  πιο ακάθαρτοι από την άποψη των παθών άνθρωποι, που με φόβο αλλά και με περισσό θράσος ξεθεμελιώνουν και τα τελευταία οχυρά μιας ιστορικής  πολιτείας, ειδικά όταν αυτά τα ξεθωριασμένα όντα μιλάνε για «δημοκρατίες» και «σοσιαλισμούς» του λαού. Ίδιοι και όμοιοι με τους αλυσοδεμένους της σπηλιάς του Πλάτωνα, αποδεικνύονται οντολογικά ανίκανοι να «ανοίξουν δρόμο στα σπαθιά κι ελεύθεροι να μείνουν» (Σολωμός). Το έργο της τραγωδίας που παίζουν στο θέατρο της δημόσιας και της ιδιωτικής ζωής, αλλά και αντίστοιχοι ηθοποιοί επί θεατρικής σκηνής, είναι, όπως λέει ο Πλάτων στο 10ο βιβλίο της Πολιτείας, να παίρνουν την ψυχή του άξεστου ανθρώπου, που διψάει για δάκρυα και πεινάει για θρήνο, και να την «ταΐζουν» με εκφυλιστικά τραγικά θεάματα και με κατώτερες ηδονές απόλυτα φθοροποιές.  Έτσι τυφλοί που είναι φλυαρούν μεταξύ τους  και τούτο το παρουσιάζουν ως μια κατά πρόσωπο αντιπαράθεση «ηρώων» με τους εχθρούς του φωτός.

§3

     Ι. Οι ήρωες της αρχαίας τραγωδίας χαρακτηρίζονταν κυρίως από τις σημαντικές τους υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο, γι’ αυτό και όχι σπάνια λατρεύονταν μετά θάνατον ως ημίθεοι. Συνέβαινε πράγματι να παρουσιάζονται από τους τραγικούς ποιητές πάνω στη σκηνή ως πρότυπα ευγένειας, ήθους, ικανότητας και γενναιότητας, με βάση μια ανώτερη ποιητική αισθητική. Αυτό βοηθούσε τους θεατές ή τους αναγνώστες να κινούνται μέσα σε ένα κόσμο δυνατών εκδηλώσεων θαυμασμού και δι’ αυτού του θαυμασμού να άγουν αυθόρμητα την ψυχή τους σε μίμηση ή ταύτιση με τους ήρωές τους. Μια τέτοια μίμηση ή ταύτιση τους ωθούσε, βαθμιαία και ασυνείδητα, να δημιουργούν μια άλλη σχέση με τη ζωή, πιο τολμηρή και πιο τραγική. Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο θεατής ή ο αναγνώστης αισθανόταν πως μπορεί να γίνει  πιο δεινός, με το αρχαίο ελληνικό νόημα της λέξης: φοβερός, επικίνδυνος, ριψοκίνδυνος και εν τέλει ικανός.
     ΙΙ. Σε κάθε περίπτωση, οι υπό συζήτηση τραγικοί ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά: υποφέρουν τα πάνδεινα, σταυρώνονται ασταμάτητα όσο βρίσκονται στη ζωή.  Ο βίος τους πλήττεται από συμφορές, από ατιμασμούς, από απουσία κάθε σεβασμού απέναντί τους. Η Αντιγόνη, για παράδειγμα, αντιπαρατίθεται με την εχθρότητα της ανελέητης εξουσίας του Κρέοντα και τελικά οδηγείται στο θάνατο. Κάτι παρόμοιο μπορεί να διακρίνει κανείς και στη σημερινή τραγωδία του θεάτρου αλλά της της πολιτικής: ορισμένοι «ειδικοί» στην αμορφωσιά, στην απουσία κάθε είδους ταλέντου –με «αριστερή» κουλτούρα σκυλάδικου και «σοσιαλιστική», «κομμουνιστική» συμπεριφορά συντεχνίας γιδοβοσκών (βλ. τι λέει ο Πλάτων σχετικά στο Θεαίτητο), χωρίς την παραμικρή ευαισθησία– καταδικάζουν στον αργό θάνατο το κύριο σώμα της κοινωνίας, τους ζωντανούς της ήρωες, τη μοναδικότητα της ατομικότητας.  Όμως ο ήρωας, της αρχαίας τραγωδίας, παραμένει αλύγιστος: ξεκινά μόνος, αλλά όχι σπάνια έχει και διαδόχους που συνεχίζουν απτόητοι την ηρωική δράση, αγνοώντας τη μοίρα που τους περιμένει. Εδώ έγκειται το μεγαλείο της τραγικότητάς του.  Όσο κι αν εξουσιαστικές και άλλες δυνάμεις, ή ακόμη και πάθη-ενστικτώδεις ορμές του ίδιου του ήρωα, τείνουν να τον εκμηδενίζουν, να τον ευτελίζουν, να τον ταπεινώνουν, η βαρύτητα, η δυναμική των πράξεών του είναι αυτή που επισκιάζει την επιδιωκόμενη ή επιζητούμενη ατίμωσή του. Ακόμη και ο πιο ντροπιασμένος ήρωας επανεμφανίζεται κάποια στιγμή ως αληθινός αρωγός της ανθρώπινης κοινότητας.