Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

Levinas: Η οπτική της Ύπαρξης



 

Emmanuel Levinas

1906-1995

 

Είναι και Ύπαρξη


§1. Ο Levinas είναι ένας από τους πρώτους φιλοσόφους που παρουσίασε στη Γαλλία τα έργα του Husserl και του Heidegger. Ως προς τον πρώτο θα εξετάσει τη θέση του για επιστροφή στα ίδια τα πράγματα και για την εγκατάλειψη του δυισμού μεταξύ Είναι και φαίνεσθαι. Ως προς τον Heidegger θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο Είναι και στη θεμελιώδη θέση της οντολογίας. Είναι αλήθεια πως η φιλοσοφία του Levinas από τη μια πλευρά προϋποθέτει τη θεμελιώδη οντολογία του M. Heidegger, ενώ από την άλλη αναδύεται ως εναλλακτική προς αυτή προβολή. Αυτό που ο Γάλλος φιλόσοφος έχει κοινό με τον Heidegger, από την άποψη ευρύτερων προθέσεων και σκοπών, είναι ότι επιχειρεί και ο ίδιος να σκεφτεί ό,τι ως τώρα δεν έχει εισέλθει στο κέντρο του φιλοσοφικού στοχασμού. Τούτο σημαίνει ότι δεν αρκείται απλώς να αντικρούσει ό,τι έχει πει ως τώρα ο Heidegger για το Είναι, αλλά να προχωρήσει πέρα απ’ αυτό. Όπως λέει ο ίδιος:

 

«ζητεί να προσπελάσει την ιδέα του Είναι εν γένει μέσα στην απροσωπία του για να αναλύσει στη συνέχεια την έννοια του παρόντος και της θέσης, όπου στο απρόσωπο Είναι εμφανίζεται, δίκην υποστάσεως, ένα ον, ένα υποκείμενο, ένα υπάρχον»[1].

 

§2. Με βάση την ως άνω θέση δεν αρνείται συλλήβδην το Είναι, αλλά επιχειρεί να βαδίσει μέσα στην απροσωπία του και να σκεφτεί τη θέση των όντων εκεί μέσα. Όταν σκεπτόμαστε το Είναι, σκεπτόμαστε εκείνο χάρη στο οποίο κάτι υπάρχει. Τούτο υποδηλώνει πως το Είναι απηχεί το απρόσωπο «υπάρχει», στο πλαίσιο του οποίου συμπλέκονται η ύπαρξη του υποκειμένου και η ύπαρξη του αντικειμένου: η ύπαρξη και το υπάρχον. Έτσι το Είναι μας δεσμεύει στο γεγονός της ύπαρξης, πράγμα που σημαίνει αφενός ότι δεν κατρακυλάμε στον μηδενισμό, αφετέρου πως βρισκόμαστε στο κέντρο μιας τραγικότητας, συνυφασμένης με τη ζωή της ύπαρξης. Αυτή η τραγικότητα θέτει σε μια κινητικότητα τα ανθρώπινα όντα, από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν με κανένα τρόπο και σε καμιά στιγμή, γιατί πρόκειται για μια τάξη της αντικειμενικής πραγματικότητας, που δεν μπορεί να την υπερβεί η τάξη του υποκειμένου.

 §3. Καθημερινά γίνεται λόγος για έναν κόσμο, που αδιάκοπα βρίσκεται σε μια κατάσταση μεταξύ ειρήνης και πολέμου, ασυνεννοησίας μεταξύ Εγώ και Εσύ, σε μια απόκλιση ανάμεσα στην ορθολογική τάξη και τα συμβάντα, σε μια εκδήλωση αντιθετικών αντιλήψεων, που η μια βλέπει την άλλη ως μη λογική και γενικώς σε μια κατάσταση παρόμοιων αναστατώσεων. Πρόκειται στ’ αλήθεια για ένα διηνεκές παιχνίδι ανάμεσα στις σχέσεις μας και στην πραγματικότητα του κόσμου· ένα παιχνίδι που φαίνεται να οδηγείται σε ένα τέλος, πριν ακόμη ολοκληρωθεί, και συνάμα να οδηγεί και σε ένα τέλος την ύπαρξή μας. Αυτό τότε δεν μπορεί σημαίνει ότι μπροστά μας βρίσκεται μόνο ο θάνατος παρά ότι βρισκόμαστε μέσα στην ανωνυμία του Είναι. Το να είμαστε σε σχέση με τον κόσμο, δεν υποδηλώνει ότι συνδεόμαστε με το Είναι. Η πρωταρχική σχέση που μας συνδέει με το Είναι τίθεται, αφότου ο κόσμος βρίσκεται στο τέλος του. Και τούτο επειδή η ύπαρξη προηγείται του κόσμου. Μέσα στα συντρίμμια του κόσμου το Είναι, που φαίνεται να εξαφανίζεται απ’ αυτόν και να μας αναστατώνει, δεν σημαίνει παρά το «υπάρχει» μας.

 §4. Η ύπαρξη έχει τον χαρακτήρα του δράματος του κόσμου και δεν είναι απλώς μια στατική κατάσταση, με την οποία αυτός ή αυτό που είναι επικοινωνεί μαζί της κατόπιν κάποιας απόφασης, ειλημμένης πριν από το ως άνω δράμα, πριν από το άνοιγμα της αυλαίας αυτού του δράματος. Αυτός ή αυτό που είναι, ήδη είναι κάτι που υπάρχει και το οποίο παίρνει πάνω του την ύπαρξη. Έτσι, η ύπαρξη, με το να υφίσταται ως τέτοια, παραπέμπει σε μια σχέση μας με το Είναι, η οποία δεν μπορεί να αποφευχθεί με κανένα τρόπο, γιατί το Είναι μας περιβάλλει ασφυκτικά πανταχόθεν και μας πλήττει, χωρίς να ακούμε τη φωνή του, χωρίς να το βλέπουμε ή να το ακούμε να αποκρίνεται. Δείχνει έτσι να είναι ξένο προς την ουσία μας κι όμως αυτό μαρτυρεί τον ίδιο τον πόνο, το πάσχειν. Ο Levinas, διαφοροποιούμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο από τον Heidegger, αποφαίνεται πως το ερώτημα για το Είναι, για το νόημά του, είναι μια παρεμβολή ανάμεσα σε εμάς και αυτό, που απομακρύνεται ή κρύβει το Είναι. Το ζητούμενο ωστόσο για τον Γάλλο φιλόσοφο δεν είναι κάποια αντιπαράθεση ή υποδήλωση αντιπαράθεσης ανάμεσα στο Είναι και το μη-Είναι, αλλά το Άλλο/ο Άλλος στη σχέση του προς το Είναι.

 

         



[1] E. Levinas: Existence and Existents, σ. 19.