ΠΛΑΤΩΝ
427‒347 π.Χ.
Από το Έρεβος του μονο-λόγου στο Φως του δια-λόγου
§1
Διά-λογος και Δια-λεκτική
Ο Πλάτων είναι ο πρώτος φιλόσοφος στην ελληνική αρχαιότητα που έχει να μας παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη θεωρία της διαλεκτικής. Ολοκληρωμένη υπό τον εξής ορίζοντα: πρώτον συνδυάζει Λόγο και διά-Λογο για να αναπτύξει ένα δια-λέγεσθαι, που φιλοδοξεί να προσεγγίσει την ουσία της αλήθειας, χωρίς να στρεψοδικεί και να παραπλανά. Ένα δια-λέγεσθαι τόσο αριστουργηματικά φιλοτεχνημένο, που δεν έχει όμοιό του στην ιστορία του πνευματικού μας πολιτισμού. Στον Παρμενίδη βρίσκουμε μια από τις μοναδικές εμφανίσεις του ρήματος διαλέγεσθαι σε ενδοσυνάφεια με το γεγονός ότι υπάρχει μια άρρηκτη σχέση μεταξύ του διαλόγου και των Ιδεών. Αυτός που δεν παραδέχεται την ύπαρξη των Ιδεών «δεν θα ξέρει πού να στρέψει τις σκέψεις του» και «θα καταστρέψει τελείως την ικανότητα του διαλόγου». Ως εκ τούτου, δεύτερον, ολοκληρωμένη υπό την έννοια της απαιτητικής οδού της αλήθειας: γόνιμη αξιοποίηση όλων των σχετικών στοιχείων της παράδοσης –μαζί με παλαιότερες διαλεκτικές συλλήψεις συν το υπαρκτό γλωσσικό και γλωσσολογικό υλικό– και απαιτητική ως προς το αψευδές του ερευνητικού της βλέμματος. Εάν αλήθεια είναι το Ἀγαθòν και τούτο είναι ο φιλοσοφικός Ἒρως για μια αυθεντική ζωή, για το ὄντως Ὄν, τότε οδός της αλήθειας είναι το κατά Λόγον εύτακτο εγχείρημα ανάβασης στην Ιδέα του Ἀγαθοῦ, η οδός που οδηγεί στην πρώτη οντολογική αρχή του ανθρώπου και τη διασφαλίζει ως τέτοια. Ολοκληρωμένη, τρίτον, ως εναρμονισμένη πλήρως με τις αναγκαιότητες της αρχαίας ελληνικής σκέψης και ως επαρκής για την καλύτερη οργάνωση του βίου της πολιτείας και των ανθρώπων. Ως μια τέτοια λοιπόν ολοκληρωμένη φιλοσοφική οδός της αλήθειας συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοείται και η νεότερη διαλεκτική, της οποίας αποκορύφωση είναι η εγελιανή διαλεκτική (βλ. Χέγκελ: τι είναι διαλεκτική; Εισαγωγή, μτφρ., σχόλια Δημ. Τζωρτζόπουλος. Εκδ. Ηριδανός 2016.
Η ουσία της διαλεκτικής
Η διαλεκτική
είναι εκείνη η άλλη μέθοδος που επιχειρεί να
συλλάβει με επιστημονικό τρόπο αυτή καθεαυτήν την ουσία κάθε
πράγματος (Πολιτεία 533b). Eίναι η
αληθινή φιλοσοφία, η ανώτερη επιστήμη (Σοφιστής 253d κ.εξ.), που
ακολουθεί μια πορεία με κανόνες και μας
οδηγεί στον τόπο της Ιδέας· στον
τόπο δηλαδή που φθάνοντας κανείς είναι σαν να βρίσκει μια μοναδική ανάπαυση από
τον δρόμο και σαν να έχει φτάσει στο τέλος του ταξιδιού του. Αυτό το ταξίδι
είναι μακρινό και μεγάλο: Στα πρώτα βήματα είναι η ίδια η σωκρατική
δια-λεκτική: η τέχνη της ερωτηματοθεσίας και της συν-ομιλίας. Κατά τη ρήση του
Χάιντεγκερ, ήτοι του Χαίλντερλιν: «μια συν-ομιλία είμαστε και μπορούνε να
ακούμε ο ένας τον άλλο». Μια συν-ομιλία δηλαδή που απελευθερώνει τη δύναμη
του Λόγου και τη στρέφει σταθερά προς τη διερεύνηση της ουσίας του Πράγματος. Ο
Πλάτων ωστόσο δεν αρκείται σε μια απλή τέχνη της ερωτηματοθεσίας και της
συν-ομιλίας. Προχωρεί παραπέρα: δημιουργεί μια ιεραρχία αρχέτυπων Ιδεών, γενών
και ανάγεται δι-αισθητικά στους αρχέγονους τύπους, στα
ίδια τα αρχέ-τυπα, όπου συμ-μετέχουν τα όντα που συλλαμβάνει
κανείς με την κατ’ αίσθηση αντίληψή του. Έτσι, Λόγος, διά-Λογος και δια-λεκτική συνιστούν γλωσσικά σήματα φωτός:
εσωτερικότητας, κίνησης της ψυχής και του λογισμού. Εκκινώντας κανείς από
το σωκρατικό διάλογο, στη Μοναδική του σημασία, ως
οδό προσέγγισης του άλλου, ως δι-επικοινωνιακή διερεύνηση της αλήθειας, μπορεί
εκ πρώτης όψεως να διαπιστώσει ότι ο διά-Λογος εισδύει ερμηνευτικά στα
φαινόμενα, όχι για να μείνει σ’ αυτά, αλλά για να αναζητήσει μια κάποια πρωταρχική
τους ενότητα. Πρόκειται για την περίφημη μέθ-οδο του ορισμού:
τι εστί χ; Κατ’ αυτή τη φορά λοιπόν η διαλεκτική έχει να κάνει με τον
Λόγο, με την κίνηση της σκέψης ‒με ένα ταξίδι
(Σοφιστής 253b, Πολιτεία 532b)‒ από τα πολλά [φαινόμενα] στο Ένα, στην Ιδέα.
§3
Φιλοσοφία και Δια-λεκτική
«Σήμερα, όσοι καταγίνονται με τη
φιλοσοφία είναι παιδαρέλια … που δεν έχουν ασχοληθεί ακόμη με το σπίτι τους και
τον βιοπορισμό και που όταν φθάσουν στο πιο δύσκολο μέρος της φιλοσοφίας τα
παρατούν στη μέση· έτσι κάνουν όσοι παριστάνουν τους πολύ φιλοσοφημένους ‒και χαρακτηρίζω ως το πιο δύσκολο μέρος τη διαλεκτική‒, και αργότερα, όταν δεχθούν, μετά από παράκληση
κάποιων που ασχολούνται με τη φιλοσοφία να τους παρακολουθήσουν σε μια
φιλοσοφική συζήτηση, το θεωρούν μεγάλο πράγμα, επειδή πιστεύουν πως γι’ αυτούς
η φιλοσοφία πρέπει να είναι πάρεργο» (Πολιτεία 497e9-498a6).
Η φιλοσοφία
είναι εκείνη η προχωρημένη έννοια, στην ύψιστη θέση της
οποίας βρίσκεται η διαλεκτική· κάτι που σημαίνει δυο
τινά: πρώτον, ότι μπορεί κανείς να σκεφτεί διαλεκτικά, στο βαθμό
που εισχωρεί στο βάθος της φιλοσοφίας και πορεύεται
προς αυτή τούτη την Ιδέα. Κάθε άλλη πρόχειρη και επιφανειακή σχέση
με τη φιλοσοφία χαρακτηρίζει ανθρώπους, που θεωρούν τον εαυτό τους τέλεια
φιλοσοφημένο, ενώ στην πράξη είναι εντελώς αφιλοσόφητος. Δεύτερον,
όποιος είναι αντιδιαλεκτικός, δεν μπορεί να φιλοσοφήσει. Γι’ αυτό βλέπουμε τον
Πλάτωνα να προχωρεί πέρα από τις επί μέρους έννοιες, με τις οποίες
ασχολήθηκαν κυρίως οι Σοφιστές και ο Σωκράτης. Τις θεωρεί έκτυπα –σε
αντίθεση με τα αρχέτυπα– εικόνες των εφήμερων, φθαρτών όντων και ως
τέτοιες είναι και αυτές κάτι το φθαρτό, το πεπερασμένο. Οι αληθινές έννοιες
είναι οι Ιδέεςˑ αυτές εδώ αντιστοιχούν στα όντως
όντα και βρίσκονται πάνω από κάθε σχετική αλήθεια. Ενώ για τις
σχετικές προπλατωνικές αντιλήψεις, συμπεριλαμβανομένης και της σωκρατικής, ο
αληθινός/πρωταρχικός τύπος της πραγματικότητας αναζητείται στα ορατά
όντα του παρόντος κόσμου και με βάση αυτά δημιουργούνται και γίνονται
επεξεργάσιμες οι αντίστοιχες Ιδέες της φιλοσοφίας, της επιστήμης κ.λπ., για τον
Πλάτωνα τούτα τα καθέκαστα αντικείμενα του ορατού, αισθητού κόσμου αποτελούν
απλώς ένα μέρος του όντως Όντος και ως τέτοια είναι είδωλα, σκιές.
§4
Η διαλεκτική εξευγενίζει την ψυχή
Απεναντίας,
οι Ιδέες του νοητού κόσμου είναι καθολικοί τόποι, ανεξίτηλοι,
ανεξάντλητοι, άφθαρτοι και ως εκ τούτου η μοναδική αδιάφθορη αλήθεια,
που δεν μπορεί να κατασπαραχθεί από οπισθοδρομικούς τρόπους
σκέψης, σαν αυτούς που περιγράφει ο φιλόσοφος στο ως άνω απόσπασμα. Ο άνθρωπος
που είναι χωρίς καμιά φιλοσοφική γνώση και επίγνωση,
απέχει πόρρω από το να φθάσει στην ποιοτικά πιο σύνθετη βαθμίδα σκέψης, τη
διαλεκτική, και σβήνει πνευματικά (ό.π. 498a7). Τότε
γίνεται «άριστος» υπηρέτης των διαφόρων
προπαγανδιστικών ιδεολογιών και εχθρεύεται καθετί που υπερβαίνει τη δική
του ασημαντότητα και ανικανότητα, πόσο μάλλον εκείνη τη φιλοσοφία που ανυψώνει
τη διαλεκτική στην ύπατη αρχή Λόγου και δια-Λόγου και την
οποία αυτός τη θεωρεί πάρεργο. Μόνο αυτή η αρχή είναι σε θέση
«να επαναφέρει το ευγενέστερο τμήμα της ψυχής [από το υπόγειο κατοικητήριο των σκιών] στο φως του ήλιου και να το προσανατολίσει προς τη θέα εκείνου που μέσα στα όντα συνιστά το άριστο…Μόνο η δύναμη της διαλεκτικής [=ἡ τοῦ διαλέγεσθαι δύναμις] θα μπορούσε να το αποκαλύψει σε εκείνον που κατέχει τις επιστήμες που μόλις αναφέραμε και κανένας άλλος τρόπος …Μόνο η διαλεκτική μέθοδος στρέφει τα μάτια της ψυχής από τον βαρβαρικό βούρκο [των σκιών] προς τον επάνω κόσμο [του φωτός]» (Πολιτεία 532c5-533d3).
Αυτοί που δεν βγαίνουν έξω από τον βαρβαρικό βούρκο των σκιών είναι τα
παντοειδή παρασιτικά στοιχεία των ποικίλων συστημάτων
εξουσίας, που τα συναντάμε συνήθως μέσα σε μορφωτικά ιδρύματα, σε θεσμικούς
χώρους, στα κοινοβούλια, στους δήθεν πολιτικούς, πολιτιστικούς, επιστημονικούς,
δημοσιογραφικούς, γενικώς συντεχνιακούς οργανισμούς και μηχανισμούς, σε
περιοχές γενικώς, όπου ευδοκιμεί το μαζικό θέαμα. Αυτούς ο Νίτσε
τους χαρακτηρίζει ως εξής με τον στιβαρό του λόγο:
«Αυτοί που μας έχουν προκαλέσει τη μεγαλύτερη αηδία ως τώρα είναι τα παράσιτα του πνεύματος: τα συναντάμε ήδη παντού στην αρρωστημένη μας Ευρώπη· και μάλιστα με την ηθική τους-συνείδηση ως την καλύτερη του κόσμου. Μπορεί να είναι λίγο τεθλιμμένοι … αλλά κυρίως είναι αδηφάγοι, βρομεροί, που σκορπίζουν παντού βρομιά, καταχθόνιοι, άνθρωποι που χώνονται παντού, που ρέπουν στην κλεψιά, πρόστυχοι … Ζουν σε βάρος των άλλων ανθρώπων που διαθέτουν πνεύμα και το μοιράζουν γενναιόδωρα: ξέρουν ότι ταιριάζει σ’ αυτή τούτη τη φύση του πλούσιου πνεύματος να ζει ανιδιοτελώς, χωρίς την παραμικρή/μικρόψυχη έγνοια για το αύριο, και να σπαταλά τον εαυτό του αφρόντιστα. Γιατί το πνεύμα είναι ένας κακός διαχειριστής και δεν προσέχει διόλου το γεγονός ότι τα πάντα ζουν και τρέφονται απ’ αυτό». (Fr. Nietzsche: Ο Ευρωπαϊκός Μηδενισός [Δύναμη καταστροφής και δημιουργίας], εισαγωγή-μτφρ.-σχόλια Δημ. Τζωρτζόπουλος. Εκδ. Ηριδανός 2017, σσ. 150-51).
Αυτό το
νιτσεϊκό πνεύμα αποτυπώνει πλήρως το μίσος όλων των αντιφιλοσοφικών στοιχείων
της κοινωνίας του θεάματος απέναντι στον φιλοσοφικό Λόγο. Αυτός ο βαρβαρικός
βόρβορος κυριαρχεί σχεδόν παντού και περνάει για τις καθεύδουσες συνειδήσεις ως
μέγιστη φιλοσοφία. Το ερώτημα λοιπόν για τον Πλάτωνα είναι τούτο: πώς μπορεί να
ατενίσει η ανθρώπινη ψυχή τον αληθινό κόσμο των Ιδεών, να δει το φως που αυτός
εκπέμπει και να συμμετάσχει και η ίδια στην τελειότητα που ο ίδιος υπόσχεται;
Με τη διαλεκτική: ως οδό, μέθ-οδο κριτικής ανάβασης στους
αναβαθμούς της γνώσης από την απλή εικασία στη δόξα, στη μαθηματική γνώση
και τέλος στο ανυπόθετο. Τι είναι το ανυπόθετο; Εκείνο
το από-λυτο [=το λυμένο/ απ-αλλαγμένο από περατούς
δεσμούς], που δεν πνίγεται μέσα στην ετερότητα, στην αποξένωση, στον
διασκορπισμό και τον σχετικισμό, αλλά γεμάτο φως δίνεται ή εκτίθεται στη θέα
της ψυχής.
§5
Η διαλεκτική ως ερωτική ανάβαση
Έτσι, η
διαλεκτική είναι ψυχ-αγωγία, αγωγή δηλαδή της ψυχής, ώστε να
καταστεί ικανή να φτάσει στη θέα του κόσμου των Ιδεών. Και όταν φτάσει ως εκεί,
προχωρεί στο επόμενο στάδιο, όπου αναστρέφεται με τις τελευταίες, δια-λέγεται μαζί
τους. Το δια-λέγεσθαι τούτο δεν είναι το γνωστό
σωκρατικό διαλέγεσθαι ανάμεσα σε δυο πρόσωπα, αλλά πιο εσωτερικό, περισσότερο
άρρητο, για το οποίο η ψυχή σχηματίζει Ιδέα με τα έργα της και έτσι τείνει να
μετα-σχηματίζεται η ίδια σε ψυχή της Ιδέας. Η διαλεκτική είναι
συνεπώς, με όρους του Πλάτωνα, Ερωτική Ανάβαση από
τον κόσμο των αισθητών στον κόσμο των Ιδεών. Όχι σπάνια μέσα στα κείμενά του ο
μεγάλος Έλληνας διαλεκτικός χρησιμοποιεί τη λέξη λόγους, όταν
αναφέρεται στη διαλεκτική οργάνωση της σκέψης. Η ανάβαση ή άνοδος από τον έναν
κόσμο στον άλλο δεν συνιστά μετάβαση από την
πολλαπλότητα των αισθητών σε μια πολλαπλότητα των νοητών πραγμάτων, αλλά μέθεξη στη
μια Ιδέα, στο ένα νοητό Ον. Π.χ. όταν μιλάμε για τα πολλά δίκαια, τα πολλά
ωραία κ.λ.π., αναζητούμε την αλήθεια τους μέσα στη μια Ιδέα του
δικαίου, του ωραίου κ.λπ. Πώς την αναζητούμε; Καταφεύγοντας στους
λόγους ή στον λόγο, δηλαδή στη διαλεκτική. Στη συνάφεια με τούτη τη διαλεκτική,
η εμπειρία δεν εκβάλλεται από τον πλατωνικό κόσμο των Ιδεών, αλλά αποτελεί τον
τόπο, όπου συντελείται η ανάμνηση: π.χ. την Ιδέα του ωραίου δεν μας
την δίνει ένα ωραίο πράγμα ή αντικείμενο ή πρόσωπο, που στέκεται αντίκρυ μας,
αλλά την ενατενίζει η ψυχή, όταν θεάται τα ωραία πράγματα του αισθητού κόσμου.
Χωρίς τη θέαση τούτη, η ψυχή παραμένει βυθισμένη μέσα στη λήθη. Στην Πολιτεία,
στο Φαίδρο, στο Συμπόσιο και σε
πολλά άλλα έργα του ο φιλόσοφος μας παρουσιάζει δια-λεκτικές παραστάσεις μιας
τέτοιας ανοδικής πορείας της ψυχής στο νοητό τόπο: μετ-ουσίωση από
τη λήθη στην αλήθεια, δηλαδή στην ανά-μνηση της προϋπάρχουσας αλήθειας της.
Αυτή η ανοδική πορεία δεν είναι μια συσσώρευση πληροφοριακής
γνώσης, αλλά επιδιωκόμενη ταύτιση [=κίνηση ταύτισης] του σκεπτόμενου
υποκειμένου με το νοητό ζητούμενο.