Φρ. Νίτσε
1844–1900
Η ανατροπή όλων των αξιών
ως κατάφαση της ζωής
§1
Η Γενεαλογία της ηθικής θεωρείται ως το πιο συστηματικό και συγκροτημένο έργο
του Νίτσε. Γράφτηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες (1887) και πραγματεύεται, με έναν
«πολεμικό τρόπο», το αξιακό σύστημα της Δύσης –θρησκευτικό, ηθικό και
φιλοσοφικό– ως ένα σύστημα που αιχμαλώτισε την ελευθερία του
ανθρώπου, έφθειρε την αυθυπόστασή του και υπονόμευσε τη
γνώση. Όταν συνεπώς ο Νίτσε θέτει το ερώτημα της προέλευσης των ηθικών αξιών,
ουσιαστικά αρνείται τον απόλυτο και αιώνιο χαρακτήρα τους: Δεν θεωρεί την εξέλιξη ως μια προοδευτική προσαρμογή, βασισμένη στη χρησιμότητα
και τη συνήθεια, παρά μια διεργασία με
ασυνέχειες και ρήξεις μεταξύ της πρωταρχικής κατάστασης και της παρούσας
κατάστασης. Αν είναι θέμα εξήγησης
της εξέλιξης, είναι πάνω απ' όλα
θέμα καταγγελίας και απομυθοποίησής της: η σύγκριση μεταξύ
της πρωταρχικής/αρχέγονης και της παρούσας κατάστασης δείχνει ότι η ηθική δεν είναι πρόοδος αλλά καταστροφή. Πίσω από την κριτική του ψεύδους της ηθικής του αλτρουισμού
(«χριστιανική» ηθική), ο Νίτσε θέτει τα θεμέλια για μια γενική εισβολή στον
επίπλαστο κόσμο αυτού του ψεύδους.
§2
Εξ’ αυτού ανακύπτει η αναγκαιότητα μεταξίωσης, ήτοι απαξίωσης,
και ανατροπής όλων των αξιών, που συνθέτουν τον «αγγελικό»
κόσμο του Δυτικού πολιτισμού. Πώς εννοεί ο Γερμανός φιλόσοφος τις αξίες; Όχι
απλώς ως δεοντολογικές αρχές ή στοιχεία, αλλά κυρίως ως τις πιο
κεντρομόλες δυνάμεις της ζωής. Αντί όμως να ενεργούν ως τέτοιες δυνάμεις, στην
έκπτωσή τους συνιστούν ένα οντολογικά-ιστορικά υπονομευτικό σύστημα ηθικών
προσταγμάτων, που σχετίζεται ή συσχετίζεται με όλο το σύστημα των κοινωνικών
τάξεων και εκφράζει τις δικές τους εξουσιαστικές ιδεολογικοποιήσεις. Έτσι
έχουμε να κάνουμε με ένα μηδενιστικό σύστημα, που δεν
μεταρρυθμίζεται παρά μόνο εκμηδενίζεται. Υπ’ αυτό το πνεύμα,
ο μηδενισμός του Νίτσε εγγράφεται στη συνείδησή του
ως προοπτική κατάφασης της ζωής, χωρίς διαμεσολαβητικές
προϋποθέσεις μεγάλων ανδρών της ιστορίας ή θορυβωδών ιδεολογιών. Η προοπτική
αυτή μπορεί να είναι έργο μόνο του ίδιου του ανθρώπου, εφόσον και ο
ίδιος προχωρήσει πέρα και πάνω από τον τελευταίο άνθρωπο· αυτόν δηλαδή
που έχει μεταποιήσει τον εαυτό του σε δούλο των αξιών. Των αξιών ως ηθικών
προσταγμάτων ενός δεσποτικού συστήματος αδύναμων και καταπιεσμένων
ανθρώπων: εφόσον γίνει υπέρ-άνθρωπος.
§3
Ό,τι απασχόλησε τη φιλοσοφία ως την εποχή του Νίτσε, δηλαδή όλα τα θέματά της και η προβληματική
της σχετίζονται γι’ αυτόν με το σύστημα των αξιών. Η μέθοδος που
ακολουθεί αυτός ο κορυφαίος φιλόσοφος έγκειται στο να καταδείξει τις
αξίες και τα ιδεώδη που έπρεπε να καταστρέψει η ηθική για
να οικοδομηθεί. Αυτές οι πρωταρχικές αξίες είναι
αυτές της ζωής: δεν είναι προϊόντα της λογικής αλλά
της ζωικής φύσης του ανθρώπου. Οι ήρωες της Ιλιάδας,
η αρχαία αριστοκρατία ή η πολεμική δύναμη της
Ρώμης είναι όλες μορφές αυτών των πρωταρχικών αξιών, που συνοψίζονται σε μια
ειλικρινή και απλοϊκή κατ’ αρχήν κατάφαση της ζωής. Αυτό που ο
Νίτσε αποκαλεί «δύναμη» δεν είναι τίποτε άλλο από την έκφραση αυτής της
κατάφασης, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί με πόλεμο παρά με αθλητικούς αγώνες ή με
τέχνη. Έτσι τίθεται υπό ριζική αμφισβήτηση κάθε αλήθεια
για τις αξίες, όπως έχει διατυπωθεί ως τότε, κάθε αλήθεια της μεταφυσικής
και των επιστημών. Η μόνη αλήθεια, που μπορεί να δώσει προοπτική στην ανθρώπινη
ζωή, είναι η βούληση για δύναμη και η αιώνια επιστροφή. Η
ηθική, υπό την οπτική αυτής της μοναδικής αλήθειας, σχετικοποιείται σε επί
μέρους ηθικές, με βάση τον βαθμό και τον τρόπο, που αυτές-εδώ ενσαρκώνουν
την εν λόγω βούληση.
§4
Ιστορικά, κατά τον Νίτσε, έχουν υπάρξει δυο τύποι ηθικής: η ηθική
των δούλων, των αδύναμων, των καταπιεσμένων, που μισούν τη ζωή και
επιβάλλουν την ηθική της μνησικακίας, τη φανταστική εκδίκηση.
Πρόκειται για τη δύναμη, που έχει αποκοπεί από αυτό που μπορεί: είναι η
ενεργός δύναμη που έγινε αντενεργός. Από την άλλη υπάρχει η ηθική
των κυρίων, η οποία δεν συνιστά απλώς ένα ιδεώδες ηθικής, αντίθετο προ της
ηθική των σκλάβων, όπως θέλουν να αποφαίνονται κάποιοι επιπόλαιοι αναγνώστες
της νιτσεϊκής φιλοσοφίας, αλλά την όξυνση της εχθρότητας ανάμεσα στην
αθεΐα του υπερ-ανθρώπου και σε όλες τις μορφές της θεοσέβειας. Ορισμένως
λοιπόν η ηθική των σκλάβων αναπαράγει ή συντηρεί όλες τις «χριστιανικές»
αρετές, που καθιστούν τον άνθρωπο αδύναμο και υποταγμένο. Στην περίπτωση τούτη,
η βούληση για δύναμη εκδηλώνεται ως αδυναμία ή αδυνατότητα.
Απεναντίας, στην περίπτωση των κυρίων εκδηλώνεται ως δύναμη ή ισχύς,
όχι ασφαλώς με την έννοια της άσκησης εξουσίας παρά της ανάπτυξης όλων των
δυνατοτήτων του ανθρώπου, από το ένστικτο ως τα συναισθήματα και τη σκέψη:
πέραν κάθε εξωτερικής επιβολής ή εξουσίας. Εν τέλει, μέσα από τη γενεαλογία
της ηθικής επιχειρείται να χαραχθεί η προοπτική του ανώτερου τύπου
ανθρώπου με βάση την αξία που επιβάλλει η βούληση για δύναμη· η βούληση για
δύναμη ως ορμή για την πλήρη αυτο-ανάπτυξη.
§5
Σε αντίθεση με τις πρωταρχικές/αρχέγονες αξίες, οι αξίες της τρέχουσας
ηθικής («αλτρουιστική» ηθική) είναι μια άρνηση
της ζωής. Οι φιλόσοφοι, που συχνά έχουν δείξει ότι είναι οι «ιερείς» αυτής της ηθικής, δεν έχουν
παρά περιφρόνηση για κάθε τι που
αγγίζει τη φύση του ανθρώπου ως ζωντανού (=τον κόσμο των «ενστίκτων»). Ο Νίτσε
χαρακτηρίζει αυτή την αρνητική στάση ως μνησικακία:
είναι οι ανίσχυροι, οι μειονεκτούντες από τη φύση τους, οι αδύναμοι, οι σκλάβοι που, από μίσος και φθόνο, έχουν στραφεί ενάντια στην αρχέγονη αποτίμηση της
ζωής. Οι ιερατικές τάξεις των Εβραίων και των Χριστιανών
είναι οι πιο υποδειγματικοί εκπρόσωποι της μνησικακίας και η ηθική που έχουν επιβάλει στην ανθρώπινη φύση μας βασίζεται ουσιαστικά στην άρνηση των πρωταρχικών/αρχέγονων αξιών της ζωής. Για να πάρει αυτή η άρνηση τη
μορφή μιας θετικής ηθικής, οι
μνησίκακοι έπρεπε να δημιουργήσουν τις δικές τους αξίες. Οι ηθικές αξίες του «καλού» και του «κακού» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανατροπή των αριστοκρατικών αξιών του «καλού» και του «κακού»: το «καλό» είναι επομένως μόνο η άρνηση του «καλού», που καταφάσκει
τη ζωή. Οι αξίες της τρέχουσας ηθικής είναι αρνήσεις μεταμφιεσμένες σε καταφάσεις. Αυτή η ηθική δεν έχει στην
πραγματικότητα καμιά θετική αξία:
είναι πάνω απ' όλα μνησικακία ενάντια στη ζωή. Σε αυτή τη μνησικακία
της «αδύναμης» τάξης προσπαθεί να δώσει μια θετική και καθολική
παρουσία.