HEGEL
1770–1831
1.
Ο Χέγκελ διακρίνει συνήθως, μέσα στα κείμενά
του, το γνωρίζειν (γερμανικά: Erkennen) από τη
γνώση (γερμανικά: Wissen):
γνωρίζειν και γνώση αλληλοσυνδέονται, αλλά δεν ταυτίζονται. Γνωρίζω ένα
αντικείμενο με την έννοια του Erkennen
σημαίνει γνωρίζω ή έχω γνώση κατά ένα διαμεσολαβημένο τρόπο. Το Erkennen κατανοείται ως διαδικασία,
κίνηση, σχέση γνώσης,
2. Η φύση του γνωρίζειν συνυφαίνεται ουσιαστικά με την βαθύτερη επιδίωξη του Χέγκελ να ανυψώσει τη φιλοσοφία σε επιστήμη. Δομεί και εκφράζει τον προγραμματικό λόγο αυτής της φιλοσοφίας και συναφώς στρέφεται ενάντια στον φορμαλισμό που συλλαμβάνει το απόλυτο ως μια κενή περιεχομένου μορφή ή άμεσα, όπου όλες οι αγελάδες είναι μαύρες. Βάση για την κατανόηση της φύσης του γνωρίζειν αποτελεί η περίφημη ρήση του Προλόγου της Φαινομενολογίας: «να συλλάβουμε και να εκφράσουμε το αληθές όχι ως υπόσταση, αλλά εξίσου και ως υποκείμενο». Το να συλλαμβάνουμε εννοιολογικά το αληθές ή το απόλυτο ως υποκείμενο σημαίνει να γνωρίζουμε ότι αυτό έχει τη φυσιογνωμία της υποκειμενικότητας.