Επίκουρος
341–270
π.Χ.
Είναι
η ευδαιμονία εφικτή;
§1
Είναι
κοινός τόπος πως η φιλοσοφία του Επίκουρου είναι ταυτισμένη στη συνείδηση των
περισσοτέρων ανθρώπων με το ηδονιστικό ιδεώδες και με το ευ
ζην. Για παρόμοια ιδεώδη έχουν μιλήσει, μέσα στην ιστορία του
πνευματικού πολιτισμού, και πολλοί άλλοι –είτε διανοητές είτε
ιδεολογικο-πολιτικοί ακτιβιστές πάσης φύσεως. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν
αντιλήψεις, που ταυτίζουν τον ευδαίμονα βίο με πλούτη, φήμη, άσκηση εξουσίας,
υψηλά αξιώματα και παρόμοια. Όλα αυτά ο Επίκουρος τα ονομάζει προκαταλήψεις,
που αποπροσανατολίζουν τους ανθρώπους: τους αιχμαλωτίζουν μέσα στην άγνοια, στο
άγχος, στην αγωνία, στο φόβο κ.λπ. και υποκαθιστούν
εν πολλοίς την απουσία χαρούμενων σκέψεων για
τη ζωή:
·
«Δεν
ελευθερώνουν την ψυχή από την ανησυχία
και δεν φέρνουν την αληθινή χαρά τα
αμέτρητα πλούτη ή η δόξα κι ο θαυμασμός του πλήθους ή οτιδήποτε άλλο οφείλεται
σε αίτια απεριόριστα»[1].
·
«Ο ρηχός άνθρωπος στην ευημερία αποχαυνώνεται
και στη συμφορά καταρρακώνεται»[2].
§2
Το
επικούρειο ευδαιμονικό θεώρημα ορθώνεται ως ένα στοχαστικό, αλλά άκρως ρεαλιστικό
ανάχωμα
ενάντια στα ποικιλώνυμα κηρύγματα ηθικολόγων, πολιτικών και άλλων
προπαγανδιστών ή φαύλων ηδονιστών που οικοδομούν την εξουσιαστική τους σχέση
στην εκμετάλλευση των ως άνω ιδεοληψιών:
·
«Τη γλυκιά ζωή δεν μας την προσφέρουν τα φαγοπότια και οι διασκεδάσεις …, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός, αυτός που ερευνά τα αίτια κάθε προτίμησής μας
ή κάθε αποφυγής μας και αποδιώχνει τις δοξασίες, που με τόση σύγχυση γεμίζουν τη ζωή μας»[3].
Ο
νηφάλιος στοχασμός διαλύει κάθε είδους άγνοια και σύγχυση τόσο γύρω από τα αίτια
των φυσικών φαινομένων όσο και γύρω από την ανθρώπινη πραγματικότητα. Έτσι
προετοιμάζει την ανθρώπινη φύση να αφιερωθεί στην επιδίωξη του ευ
ζην, μακριά από φόβους και ανησυχίες, που γεννούν οι λαθεμένες αντιλήψεις
και οι εσφαλμένες ιδέες. Πώς ορίζεται η ανεκτίμητη συμβολή του Επίκουρου στη
φιλοσοφία του ευ ζην; Ορίζεται μέσα από την επιλογή και την εφαρμογή στη
ζωή ενός ύψιστου, από πλευράς
περιεχομένου, τελικού σκοπού, για την επίτευξη του οποίου ακολουθείται
συγκεκριμένη στρατηγική.
§3
Η
πεμπτουσία αυτής της στρατηγικής έγκειται στο να μάθουμε να ζούμε ελεύθερα: να ξέρουμε ποια πράγματα χρειάζεται
να αποφεύγουμε και ποια να επιλέγουμε:
· «Ας απελευθερώσουμε τον εαυτό μας από τη
φυλακή των καθημερινών υποθέσεων και της πολιτικής»[4].
· «Όποιος κατάλαβε ποια είναι τα όρια που θέτει
η ζωή, γνωρίζει πόσο εύκολο είναι να
αποκτηθεί ό,τι διώχνει τον πόνο της στέρησης και κάνει τη ζωή τέλεια στο σύνολό
της. Κι έτσι δεν έχει ανάγκη από
πράγματα που αποκτώνται με ανταγωνισμούς»[5].
· «Ζώντας κανείς ελεύθερα, δεν μπορεί να
αποκτήσει μεγάλη περιουσία, γιατί κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, χωρίς
δουλικότητα προς τις μάζες ή την εξουσία. Μπορεί ωστόσο να έχει όλα τα καλά σε διαρκή αφθονία»[6].
Στο
μέτρο που η πολιτική ζωή, κατά τον Επίκουρο, έχει πάψει να αποτελεί εγγύηση
για την ευδαιμονία μας, πρέπει να επιδιώκουμε την υλοποίηση της ως άνω στρατηγικής
μέσα στην περιοχή της ηθικής. Προς τούτο, η επικούρεια φιλοσοφία μας διανοίγει
σε μια ιδιαίτερη οδό εφαρμοσμένης ηθικής. Ηθική όμως όχι
όπως την εννοεί ο κοινός νους, ως πουριτανισμό ή ως καταδίκη του λελογισμένου
αισθησιασμού. Οι συνειρμοί συνήθως του πλήθους, που συνοδεύουν την έννοια της
ηθικής, παραπέμπουν σε πολιτικές φαυλότητες, σε σκάνδαλα
μηχανισμών, σε διεφθαρμένες κοινωνικές πρακτικές ή ομάδες,
σε σεξουαλικές
διαστροφές κ.α. Χωρίς όλα τούτα να είναι εντελώς ξένα προς ένα γενικό
πνεύμα της ηθικής, ωστόσο δεν αποτελούν τμήμα της επικούρειας διδασκαλίας. Για
τον απλό λόγο, ότι ο Επίκουρος προσδιορίζει την ίδια τη φιλοσοφία ως ηθική
θεωρία βίου, αναγνωρίσιμη με βάση το ενδιαφέρον της για τη θεραπεία των
δεινών της ανθρώπινης ψυχής και όχι με βάση τις ανυπόληπτες συμπεριφορές ανερμάτιστων
όντων:
· «Μάταιος είναι ο φιλοσοφικός λόγος που δεν
θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος· ακριβώς
όπως η ιατρική δεν ωφελεί παρά μόνο όταν θεραπεύει τις αρρώστιες του σώματος,
έτσι και η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτα,
αν δεν απαλλάσσει την ψυχή από τα πάθη της»[7].
§4
Η
φιλοσοφία και ο φιλόσοφος είναι χωρίς αντίκρισμα, εάν δεν εξασφαλίζουν την ψυχική
υγεία, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ευδαιμονία των
ατόμων. Αυτή η ευδαιμονία ή η μακαριότητα είναι ο τελικός
σκοπός. Ένας τέτοιος σκοπός δεν επιτυγχάνεται από τη μια μέρα στην άλλη
ούτε ίσως καθ’ όλη τη ζωή ολοκληρωμένα. Αποτελεί ωστόσο το μοναδικό μονοπάτι λύτρωσης
του ανθρώπου, γιατί τον εισάγει σε έναν συνεχή, βασανιστικό ίσως αγώνα, για να ζήσει
ευχάριστες καταστάσεις, πέρα από τον πόνο και την οδύνη, με ορίζοντα πάντα την
τελική επίτευξη μιας αταραξίας· μιας γαλήνιας δηλαδή κατάστασης,
που θα προσεγγίζει, κατά το δυνατόν, τη θεία μακαριότητα. Πώς τη δικαιολογεί την
αταραξία ο Επίκουρος; Εκκινεί από τη φύση του ανθρώπου, δυνάμει της οποίας ο
τελευταίος, ως ζωντανό ον, τείνει πάντοτε να επιζητεί το ευχάριστο
και να αποφεύγει το δυσάρεστο, το θλιβερό, που προκαλεί πόνο. Συνεπώς,
η αταραξία είναι, από μια άποψη, προδιαγεγραμμένη από τη φύση του ανθρώπου· γι’
αυτό και ο τελευταίος δεν έχει παρά να ακολουθεί τη φύση του, δηλαδή να
καλλιεργεί την αίσθηση της αταραξίας και να θέτει έτσι υπό τον έλεγχό του κάθε
σύμπτωμα δυσφορίας: όσο κατορθώνει δια των αισθήσεων και δια της φρόνησης να
αισθάνεται ικανοποιημένος από την αποφυγή της δυσφορίας και του πόνου, τόσο
γίνεται πιο αυτάρκης. Σύμφωνα με τον φιλόσοφο,
· «Η αυτάρκεια είναι ο μεγαλύτερος πλούτος»[8].
Αυτάρκης
σημαίνει ότι έχει φτάσει σε μια κατάσταση ύπαρξης, όπου είναι απαλλαγμένος
από το βαρύ φορτίο της σωματικής και πνευματικής ηδονής με την τρέχουσα
αρνητική σημασία. Με αυτό τον τρόπο, ο Επίκουρος καλεί τον άνθρωπο να συνδέσει
τον βίο του με την εκπλήρωση του πιο άνω τελικού σκοπού ως του ανώτατου
αγαθού.
Τον καλεί ουσιαστικά να χαράξει ο ίδιος το πεπρωμένο του και να μην περιμένει μοιρολατρικά
την ευδαιμονική του ολοκλήρωση από κάποιες άλλες δυνάμεις. Γιατί:
«Την ευδαιμονία και τη μακαριότητα δεν τις
φέρνουν τα μεγάλα πλούτη ούτε η πληθωρική δραστηριότητα ούτε οι εξουσίες ούτε η
ισχύς, αλλά η αλυπία [=η απουσία λύπης και πόνου], η πραότης των συναισθημάτων
και η ψυχική διάθεση που αναγνωρίζει τα όρια που έχει θέσει η φύση»[9].