Πλάτων
427‒347 π.Χ.
Έρως και διαλεκτικός Λόγος
§1
Μόλις έχει κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Διανόηση ένα
νέο βιβλίο μας με τίτλο:
Πλάτων
Φαίδρος
Έρως και Ερμηνευτική Διαλεκτική
με
Αναγνώσεις Hegel ‒ Heidegger
Εισαγωγή – μετάφραση ‒σχόλια
Δημήτρης Τζωρτζόπουλος
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή του Μεταφραστή
.................................................................... 9
Αρχαίο κείμενο - Μετάφραση
................................................................ 55
Σχολιασμός
..............................................................................................
273
Βιβλιογραφία
............................................................................................
491
Πού μπορεί να βρίσκεται η ιδιαίτερη αξία του
παρουσιαζόμενου εδώ έργου του Πλάτωνος; Βρίσκεται θεμελιωδώς στο γεγονός ότι
οι Ιδέες του εν λόγω έργου απαντούν με ερμηνευτικό‒διαλεκτικό
τρόπο, γι’ αυτό κι αψευδώς, στα γνωσιο-οντο-λογικά αδιέξοδα της σημερινής πραγματικότητας
του ανθρώπου. Η ανθρώπινη ύπαρξη, ως ένα σφαιρικό Όλο Πνεύματος και
Χθονός, στην παρούσα εποχή διάγει τη ζωή του εξόριστου, όσο σε καμιά άλλη
εποχή. Ενώ ζει σε τόπο, αισθάνεται πως δεν βρίσκεται σε τόπο παρά
δέρνεται ανηλεώς από τη μοίρα του ου-τόπου· κάτι περίπου σαν τη
συμβολική εικόνα του ά-τοπου Σωκράτη, που συναντάμε στο παρόν πλατωνικό έργο.
Η ου-τοπία του εξόριστου προσλαμβάνει το χαρακτήρα μιας υπαρκτικής
διάστασης ανάμεσα στην πνευματικότητα του Είναι του ανθρώπου και στον
διωγμό που η τελευταία υφίσταται από τη βαρβαρότητα της ζωής της
Πόλεως (=με το νόημα των Αρχαίων), με σύγχρονους όρους δηλαδή από τη βάναυση
αντιπνευματικότητα, από την αδιανόητη απαιδευσία της πολιτικής ζωής και των
ανθρώπων που την υπηρετούν. Στον Φαίδρο, ο πολύς
Wilamowitz αναγνωρίζει σε όλες τις περιγραφές του παρόντος έργου ‒περιγραφές
περί Έρωτος, περί ρητορικής και πολιτικής, περί πνευματικής αυτάρκειας κ.λπ.‒εμπειρίες του
ίδιου του φιλοσόφου. Είναι αυτές που εκκινούν από τη χθαμαλότητα της καθημερινής
ζωής για να φτάσουν τελικά στις πιο υψηλές περιοχές της σκέψης. Αναζωογονούν
έτσι τη διάθεση, την απορρέουσα από το φυσικό περιβάλλον, να συνδυάσει τη διαλεκτική
ικανότητα του Λόγου με τον πλούτο των συναισθημάτων, με τη λογική του
νου, με τον συντεταγμένο λόγο, με τη θεϊκή δύναμη της ψυχής, με τον θείο της
πόθο· εν τέλει με το ασυνείδητο, το έμπλεο ενθουσιασμού, και με τη γνώση του,
σε συνδυασμό με την κρυφή αρμονία, με την απέραντη ομορφιά φύσης και πνεύματος.
§2
Στο
ως άνω έργο επιχειρείται
μια ανασυγκρότηση της πλατωνικής σκέψης γύρω από τον Έρωτα-το Κάλλος, τον
Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο: γραπτός ή προφορικός Λόγος, με βάση την πλατωνική
ερμηνευτική διαλεκτική και σε αντιστοιχία με σχετικές διαλεκτικές ερμηνεύσεις
των Hegel ‒Heidegger. Η θετική διαλεκτική, δυνάμει
της οποίας παριστάνεται η πολυδιάστατη δυναμική του Έρωτος στον Φαίδρο,
ως συνέχεια –τρόπον τινά– μιας παρόμοιας δυναμικής του στο Συμπόσιο,
μας φέρνει κοντά την εικόνα μιας εγγενούς σχέσης ανάμεσα στο αγαθό και
το ωραίο. Πρόκειται για μια συνεχώς αυτo-αναγεννώμενη σχέση, που αποκτά τον
χαρακτήρα της ερωτικής αγάπης για τη φιλοσοφική γνώση και η οποία εν τέλει
καθιστά τον Έρωτα Φιλόσοφο. Ανάμεσα στον Έρωτα και τη
Φιλοσοφία εφεξής σφυρηλατείται ένας εσωτερικός δεσμός, που μέλλει να
προσδιορίσει, με ξεχωριστό τρόπο, την ιστορική πορεία της φιλοσοφίας. Τούτο
σημαίνει πως η φιλοσοφία πια δεν παύει εις το διηνεκές να είναι η πιο
ουσιαστική εκ-δήλωση του Έρωτος, όπως και αντίστροφα ο Έρως δεν
παύει να αποτελεί τη θεά Εστία του φιλοσοφικού Είναι του
ανθρώπου. Αλλά πώς νοείται ο Έρως στον
παρόντα διάλογο; Νοείται ως Έρως του ιδεατού κάλλους.
Ακριβώς γι’ αυτό, και στο πεδίο της ανθρώπινης ζωής συνάπτεται με την ευτυχία,
με την ευδαιμονία, με την αρμονική ανάπτυξη σώματος
και ψυχής και όχι με πάσης φύσεως ωφελιμισμό. Στις εποχές μας
κυριαρχεί, εν πολλοίς, ο σεξιστικός ωφελιμισμός, ο οποίος
όμως ψάλλεται και άδεται ως ο ύψιστος
«Έρως», κυρίως από ανθρώπους με βάρβαρη ψυχή.
Τέτοιους ανθρώπους συναντάμε διαχρονικά ‒μα και παροντικά κατ’
εξοχήν‒ ανάμεσα στους πολιτικούς και
γενικότερα τους ανθρώπους-πρωταγωνιστές του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού θεάματος,
από τους οποίους οι πλείστοι αντλούν το «κάλλος» της
ψυχής τους από τα καζίνα και τα σκυλάδικα. Ποτέ δεν
βρίσκουμε τέτοιους χαμερπείς τύπους ανθρώπων ανάμεσα στους αληθινούς φίλους της
σοφίας, σε εκείνους τους ευαίσθητους ανθρώπους που ψυχή τε και σώματι «μεταλαβαίνουν»
με το «λάλον ύδωρ» από την αστείρευτη πηγή της φιλοσοφίας. Μα, μπορεί να
αντιτάξουν κάποιες μαθήτριες-φοιτήτριες, ο τάδε ή ο δείνα καθηγητής της
φιλοσοφίας μας παρενοχλεί σεξουαλικά και δεν μας αφήνει σε χλωρό κλαρί,
προκειμένου να μας περάσει στο/στα μάθημά/μαθήματά του. Απλώς, κυρίες μου και
κύριοι, τέτοιος/οι τύπος/οι «φιλοσόφου/ων» δεν έχει/ουν καμιά σχέση με
τη φιλοσοφία, ακόμη κι αν έχει/ουν γράψει δεκάδες «βιβλία» με πληκτικές
πληροφορίας και καμιά βαθύτερη εννόηση· απεναντίας ανήκει/ουν στη χορεία
των εκφυλισμένων συνειδήσεων, που στο παραμικρό σφύριγμα της κάθε
άνομης, ακατέργαστης, κτηνώδους πολιτικο-κομματικής φατρίας του
κοινωνικο-πολιτικού θεάματος γίνονται πιστοί υπηρέτες και σκληροί δυνάστες.
§3
Ο Πλάτων, στον Φαίδρο ήδη,
αλλά και σε άλλα σχετικά έργα του, καυτηριάζει με δριμύτητα την κακότητα τέτοιων
τύπων ψυχών, που ο λόγος τους και η ψυχή τους, στην εκκλησία του Δήμου αλλά και
σε κάθε άλλο δημόσιο χώρο, ταιριάζει σε μαουνιέρηδες [: πλατωνικός όρος του
διαλόγου Φαίδρος] και όχι σε δημόσια πρόσωπα. Σε μια
παρόμοια γλώσσα με την πλατωνική μιλάει και ο Χέγκελ για το υπό συζήτηση θέμα:
«Ο Πλάτων
συνέλαβε στην αλήθεια της τη βασική αρχή του Σωκράτη, σύμφωνα με την οποία η
ουσία ενοικεί στη συνείδηση, είναι η ίδια η συνείδηση: ότι το απόλυτο πρέπει να
αναζητείται στη σκέψη και πως κάθε πραγματικότητα είναι σκέψη,‒όχι η μονομερής σκέψη ή εκείνη του κίβδηλου ιδεαλισμού, κατά τον
οποίο η σκέψη επανεμφανίζεται στη μια πλευρά και συλλαμβάνει
τον εαυτό της ως συνειδητή σκέψη, ενώ από την άλλη πλευρά
στέκεται η πραγματικότητα, παρά η σκέψη, που περικλείει σε μια ενότητα
πραγματικότητα και σκέπτεσθαι, η έννοια και η πραγματικότητά της στην κίνηση
της επιστήμης, ‒ η Ιδέα ενός επιστημονικού Όλου»
(Πλάτων Φαίδρος, σ. 19).
Πράγματι, ο Πλάτων στο υπό συζήτηση έργο του,
μας εξοικειώνει με έναν αυθεντικά Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο, με
ένα εύρυθμο και μελωδικό διαλέγεσθαι, που φέρνει κοντά
μας όλες εκείνες τις λέξεις, τις προτάσεις, τις έννοιες,
τις σκέψεις που περιέχει ο κόσμος των ανθρώπων και των
πραγμάτων. Τα πάντα τώρα είναι πλημμυρισμένα από το Φως και το
Κάλλος. Όλοι οι σκοτεινοί μηχανισμοί της εποχής του Πλάτωνος αλλά και
της δικής μας κινούνται μέσα στο σκότος και την
ασχήμια του Χάους. Μισούν το Φως και το Κάλλος. Γι’ αυτό και όχι σπάνια
φαντάζουν στα μάτια των πολλών ως παντοδύναμοι, αν και είναι «γίγαντες» με
πήλινα πόδια. Για να φαίνονται παντοδύναμοι αγκαλιάζουν το χυδαίο του
καθημερινού βίου, το αριστερό άλογο κατά Πλάτωνα που είναι
πάντοτε βίαιο και υβριστικό, και υπαγορεύουν
αντίστοιχους ρόλους· κάτι δηλαδή παρόμοιο σαν τις φοβερές εκείνες αφηγηματικές εικόνες,
που μας παρουσιάζει ο Ντιντερό στον ανιψιό του Ραμώ.
§4
Όπου απουσιάζει η φιλοσοφική παιδεία, εκεί
κυριαρχεί ο παραπειστικός λόγος, σε όλα τα επίπεδα της ζωής, και διώκεται το
αγαθό, το όμορφο, το εύρυθμο, το άριστο. Η φιλοσοφική, επομένως,
υπέρβαση του χυδαίου έρωτα και του ολικού εκχυδαϊσμού της ζωής, θεματοποιείται
στον Φαίδρο με συνομιλίες γύρω από την ομορφιά και
ως διαλεκτική διαπάλη ανάμεσα στην καθημερινή, τη φθαρμένη και
διεφθαρμένη μοχθηρία της κακότροπης ψυχής και στη νοητή πρόσληψη του
Κάλλους, ανάμεσα στη μόρφωση και την παραμόρφωση της
ψυχής του νέου και του ανθρώπινου πλάσματος, ανάμεσα στο θείο λόγο του
φιλοσόφου, ως εραστή του απόλυτου Κάλλους, της απόλυτης
αρμονίας, και τον παραπλανητικό λόγο του ρήτορα, του σοφιστή,
του πολιτικού, ως κατασκευαστή επιδεικτικών, «ερωτικών» λόγων και ως κομιστή
σοφιστικών τεχνασμάτων τόσο περί τα ερωτικά όσο και περί τα πολιτικά. Τώρα
λοιπόν πρέπει η αληθινή φιλοσοφία να προχωρήσει πέρα από κάθε λογής
καλοστημένη σοφιστεία και να πλησιάσει την ψυχή, το πνεύμα του
ανθρώπου, όχι ως κάτι το μεμονωμένο ή
ξεχωριστό, αλλά στον καθολικό της/του χαρακτήρα ως ένα όλο.
Όπου επικρατεί η σοφιστεία και όχι η διαλεκτική, μας λέει ο Χέγκελ, κατά
το πρότυπο του Πλατωνικού Φαίδρου, εκεί «νομιμοποιεί» κανείς το
«δικαίωμα», να κλέβει, να εξαπατά, να βιάζει, να εκβιάζει και τελικά να
προδίδει την πατρίδα του. Ακριβώς δηλαδή ό,τι επιφυλάσσει στην κοινωνία και την
πολιτεία το αριστερό άλογο, και τότε και τώρα, όταν καταλάβει την εξουσία.
§5
Να γιατί, στον υπό συζήτηση διάλογο,
δεν έχουν θέση τα εγκώμια, που συναντάμε στο Συμπόσιο, παρά μια
καθολική θεώρηση του ανθρώπου και του κόσμου. Όποιος θέλει να μελετήσει τον
άνθρωπο, μας λέει ο φιλόσοφος, δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο κέντρο: στην ψυχή του.
Σε τούτο το κέντρο στοχεύει και ο ρητορικός-πολιτικός και ο φιλοσοφικός
λόγος, αλλά με διαφορετικό τρόπο και μέθοδο, όπως και για διαφορετικό
σκοπό. Ο πρώτος θέλει να σταλάξει στην ψυχή την πειθώ, τον ιδεολογικό
της πειθαναγκασμό, ο δεύτερος την αλήθεια. Ως εκ τούτου, ο μεν
πρώτος σφυροκοπάει την ψυχή με γραπτούς, επιδεικτικούς λόγους, που
μεγαλοποιούν, ήτοι παραποιούν την πραγματικότητα κατά το
δοκούν, αφήνοντας την αλήθεια να πάει στο καλόˑ ο
δεύτερος, απεναντίας, δια-λέγεται, καλλιεργεί τη μνήμη και
πάντοτε εκτυλίσσεται ως ανάμνηση της πρωταρχικής θέασης του ύψιστου
Κάλλους. Επομένως δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογείται
σε ό,τι ηδονίζει τη μάζα κατά τη σκοπιμότητα της στιγμής, ούτε ενδιαφέρεται να
προβάλλει το εύλογο, την εικασία, την αληθοφάνεια,
αλλά παρακολουθεί πιστά, μέσα από την ανάμνηση, την εικόνα και την
ενέργεια της ζωντανής ψυχής.
§6
Αυτή την εικόνα και ενέργεια
μας παρουσιάζει ο Πλάτων στο δεύτερο λόγο του Σωκράτη,
στην παλινωδία. Πρόκειται για αληθινό μνημείο Λόγου, όπου η
ζωή δηλώνεται ως παρ-ουσία, ουσία συμπορευόμενη με την αθανασία και αυτοκινησία
της ψυχής. Ο Σωκράτης διηγείται, ανάμεσα στα άλλα, τον μεγάλο μύθο της
ψυχής στα χνάρια του πνευματικού πολιτισμού της εποχής. Ετούτη η
διήγηση, στη διαχρονική της ισχύ, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως
ο Έρως, ως αυθεντικός τοιούτος, ως Έρως του υπέρτατου, του αδιάψευστου
κάλλους, δεν αποστρέφεται το υπάρχον, ως πολιτισμό, κοινωνία,
πολιτεία κ.λπ., αλλά ενυπάρχει λιγότερο ή περισσότερο, εντελώς ή ατελώς, μέσα
στην ίδια τούτη την πραγματικότητα ως δυνητική ενέργεια κάθαρσης
του πολιτισμού από καθετί το χαμερπές, το διεφθαρμένο, το παράλογο, το
διεστραμμένο, το θολό, το κακό, το άσχημο. Την κάθαρση τούτη συμβολίζει ο Έρως,
ως φιλόσοφος Έρως, και την πραγμάτωσή της καθιστά εφικτή μόνο
ο ερωτικός φιλόσοφος με τον αρμονικό του Λόγο/λέγειν.
§7
Πώς τον φιλοτεχνεί στον Φαίδρο ο
Πλάτων; Δια του Σωκράτη, που μοχθεί να γίνει ένα με τη ζωντανή εκδίπλωση των
μορφών της ιερής μανίας και με τη μυσταγωγία του
Έρωτος. Είναι ακριβώς αυτή τούτη η γεμάτη θεό μανία, που
συνιστά θεία δωρεά και εξοπλίζει τους ανθρώπους με
συγκεκριμένες μορφές έμπνευσης, όπως μαντική, προφητική, ποιητική,
ερωτική. Απέναντι στον ωφελιμιστικό «έρωτα», που εισηγήθηκε ο Λυσίας
ορθώνεται τώρα ο ευδαιμονικός έρως. Για να δείξει τη
δύναμη και τη σημασία αυτού του τελευταίου ο Πλάτων, αφού πρώτα περιγράψει, δια
στόματος του Σωκράτη, το κοσμικό πανόραμα, την εικόνα
του ουράνιου και υπερουράνιου τόπου, τη
σφαίρα του κόσμου και το νόμο της Αδράστειας,
δηλ. της μοίρας, καταπιάνεται με τη φύση της ψυχής., όπου έχει την
έδρα του ο Έρως. Σύμφωνα με το μύθο, η ψυχή σύρεται από δυο άλογα, στο
άρμα του ηνιόχου, απόλυτα αντίθετης νοο-τροπίας:
1. το
δεξί, κατά τη φορά του άρματος, είναι το ενάρετο, το λογικό,
το πεπληρωμένο αισθητικά και ηθικά· 2. το αριστερό
είναι το ατίθασο, το κακό, το βίαιο, το παρ-άλογο, ο μαουνιέρης. Τα δυο
άλογα είναι οι δυο αντιθετικοί τύποι της ψυχής, τους οποίους ηνιοχεί ο νους.
Στο άρμα των ψυχών, ο ηνίοχος νους συνεργάζεται πλήρως με το
άλογο-την ψυχή, που βρίσκεται στα δεξιά του, για να δαμάσει, να ανυψώσει
προς τα άνω, προς το Κάλλος, το αριστερό άλογο. Αλλά εις
μάτην, γιατί η βαρβαρότητα του τελευταίου είναι σύμφυτη με
τη χυδαία συμπεριφορά του, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το αριστερό
άλογο της χυδαίας πολιτικής εξουσίας των καιρών μας. Ως προς ετούτη
την τελευταία, δυστυχώς, όλα τα άλογά της είναι υποδιαιρέσεις του
ενός αριστερού αλόγου.
§8
Ο αμαξηλάτης–νους επιχειρεί
να τιθασεύσει το ατίθασο άλογο και να οδηγήσει το φτερωτό άρμα προς το
υπεραισθητό κάλλος. Η ανάβαση τούτη παριστά την πράξη που
κάνει τον φιλόσοφο ερωτικό και τον έρωτα φιλοσοφικό. Το μαινόμενο
εδώ διαλεκτικό αγώνισμα είναι σύμφυτο με το Είναι του
ανθρώπου. Όποιος το συνειδητοποιεί και δεν μένει στα μισά του δρόμου,
συνεχίζει, μέσα από όλες τις ανασχέσεις, τη μεγάλη πορεία προς
το Κάλλος και πραγματώνει τη φιλοσοφία ως αγάπη
της σοφίας, ως αληθινά-εσωτερικά και όχι τυπικά-σχηματικά πεφωτισμένο βίο.
Αυτή είναι η γραμμή, όπου κινείται ο φιλόσοφος εραστής, καθώς με τη
θέαση και το άγγιγμα της ομορφιάς του ανθρώπινου σώματος ξαναθυμάται δυνατά
το αιώνιο που είδε κάποτε η ψυχή του. Η ομορφιά εν τέλει, στην
περιοχή του εμπειρικού κόσμου, είναι παρούσα με τη μορφή εκείνων των
φιλοσοφικών ιδεών ή εκείνης της Ιδέας, που φωτίζει πέρα ως πέρα τα έξω
και τα έσω της ανθρώπινης ύπαρξης, που συγκροτεί το εσωτερικό
της ρεύμα και την οδηγεί, πάνω από τα συντρίμμια της καθημερινής ζωής,
προς το ανώτερο, το τέλειο, το άριστο με Λόγο και Έργο. Ποιος φοβάται
το άριστο; Το «αριστερό» [=με την πολύπτροπη πλατωνική έννοια] άλογο παντός καιρού, τόπου, απόχρωσης, ιδεολογίας,
πολιτικής, συνείδησης.