Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Fr. Nietzsche: Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα (6)



                                                        


                                    Friedrich Nietzsche
                                                     1844–1900


                                        Τι είναι το κράτος;


                                                     §1


                               Εισαγωγικές παρατηρήσεις


Ι. Στο έργο του Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα και στην ομιλία (11) –με τίτλο: Για το νέο είδωλο– του πρώτου μέρους, ο Νίτσε φιλοσοφεί για το νέο είδωλο, που λέγεται κράτος. Πρόκειται για μια περιεκτική φιλοσοφική κριτική του σύγχρονου κράτους, η οποία διακρίνεται για την ανεκτίμητη μοναδικότητά της. Μέσα στη φιλοσοφική ιστορία της κριτικής ανατομίας του κράτους ως τέτοιου υπάρχουν πάμπολλες κριτικές θεωρήσεις του: αποδομητικές, μεταρρυθμιστικές, επαναστατικές κ.λπ. Αυτή-εδώ η νιτσεϊκή υπερέχει από όλες αυτές, μεταξύ άλλων, σε τούτο: δεν αποδομεί μια ιδεολογικο-πολιτική μορφή κράτους για να την αντικαταστήσει με μια άλλη, εξίσου ιδεολογικά-πολιτικά φορτισμένη, αλλά εκμηδενίζει στη ρίζα της κάθε έννοια και πρακτική  του κράτους, ως ενός ψεύτικου κατασκευάσματος, ενός ειδώλου, που εξαπατά ασύστολα το λαό: ομιλεί, ενεργεί, μηχανορραφεί στο όνομα του λαού. Πρακτικά είναι ο εξολοθρευτής του.
ΙΙ. Αυτό το χαρακτηριστικό του κράτους, να χρησιμοποιεί μια ψευδή γλώσσα περί γενικού καλού, περί καθηκόντων και δικαιωμάτων κ.λπ. και έτσι να ισχυρίζεται ότι αυτό είναι ο λαός, στην πράξη όμως να καταστρέφει το λαό, ιδιάζει σε όλες τις μορφές κράτους, που έχουν υπάρξει ως τώρα στην ιστορία. Κυρίως όμως ιδιάζει στα σύγχρονα αστικά κράτη και σε ευφάνταστα αντίπαλα δέη τους, όπως τα λεγόμενα «λαϊκά», «σοσιαλιστικά» και παρόμοια κρατικά μορφώματα. Πρώτος ιστορικά ο Αισχύλος, στον Προμηθέα Δεσμώτη, εννόησε το κράτος ως την πιο ωμή βία. Ο Νίτσε συνεχίζει αυτή την παράδοση, μιλώντας για το κράτος-τέρας, όπως μας λέει παρακάτω.


                                                      §2
                                  
                                    «Για το νέο είδωλο»
                                              (κείμενο –σχολιασμός)

Ι. Κείμενο:
«Κάπου υπάρχουν ακόμη λαοί και αγέλες, όχι όμως σε μας, αδελφοί μου: εδώ υπάρχουν κράτη.
Κράτος; Τι είναι αυτό; Λοιπόν! Ανοίξτε τώρα τα αφτιά σας, γιατί θα σας πω το λόγο μου για το θάνατο των λαών.
Κράτος λέγεται το πιο ψυχρό απ’ όλα τα ψυχρά τέρατα. Ψυχρά επίσης ψεύδεται και τούτο το ψέμα σέρνεται από το στόμα του: «Εγώ, το κράτος, είμαι ο λαός».
Αυτό κι αν είναι Ψέμα! Δημιουργοί ήταν εκείνοι που δημιούργησαν τους λαούς και που κρέμασαν μια πίστη και μια αγάπη από πάνω  τους: έτσι υπηρέτησαν τη ζωή.
Εξολοθρευτές είναι εκείνοι που στήνουν παγίδες για τους πολλούς και αποκαλούνται κράτος: κρεμούν ένα σπαθί κι εκατό ορέξεις από πάνω τους.
Όπου υπάρχει ακόμη λαός, δεν καταλαβαίνει το κράτος και το μισεί σαν κακό μάτι και σαν αμαρτία έναντι των ηθών και των δικαιωμάτων.
Αυτό το σημάδι σας δίνω! Κάθε λαός μιλά τη δική του γλώσσα για το καλό και το κακό: ο γείτονάς του δεν την καταλαβαίνει. Επινόησε τη δική του γλώσσα, με βάση τα ήθη και τα δίκαιά του.
Μα το κράτος ψεύδεται σε όλες τις γλώσσες του καλού και του κακού· και ό,τι και να πει, είναι ψέμα – και επίσης ό,τι έχει, το έχει κλέψει.
Ψεύτικα όλα είναι στο κράτος· με κλεμμένα δόντια δαγκώνει, το δαγκωνιάρικο. Ψεύτικα είναι και τα σπλάχνα του.
Γλωσσική σύγχυση του καλού και του κακού: αυτό το σημάδι σας δίνω ως σημάδι του κράτους. Πράγματι, τη βούληση για θάνατο προοιωνίζεται αυτό το σημάδι! Πράγματι, γνέφει στους κήρυκες του θανάτου!
Πολλοί πάρα πολλοί γεννιούνται: το κράτος εφευρέθηκε για τους περιττούς!
Αρκεί να δείτε πώς προσελκύει αυτούς, τους υπερβολικά πολλούς! Πώς τους καταβροχθίζει και τους μασά και τους ξαναμασά!
«Πάνω στη γη δεν υπάρχει τίποτε μεγαλύτερο από μένα: εγώ είμαι το δάχτυλο του θεού που βάζει τάξη» – έτσι μουγκρίζει το τέρας. Και δεν πέφτουν στα γόνατα μόνο όσοι έχουν μακριά αφτιά και κοντή όραση!
Αχ, ακόμη και σε σας, μεγάλες ψυχές, ψιθυρίζει τις ζοφερές ψευτιές του! Αχ, μαντεύει τις πλούσιες καρδιές, που πρόθυμα σπαταλούν τον εαυτό τους!»

ΙΙ. Ένα σχόλιο:
Εδώ μιλάει το προσωπείο του Νίτσε, ο Ζαρατούστρα. Αντιπαραθέτει το σύγχρονο κράτος με το λαό και την αγέλη. Τη λέξη «αγέλη» ο Νίτσε τη χρησιμοποιεί για εκείνο το πλήθος των ανθρώπων, που αντικαθίσταται  από το κράτος. Το τελευταίο δεν το νοεί ο φιλόσοφος ως ένα ιστορικό στάδιο κυρίως στη μακρά πορεία ανάπτυξης του ιστορικού ανθρώπου, αλλά ως τον δυνατό τρόπο, που ιδιάζει στην κοινωνική οντολογία των ανθρώπων ως συλλογικών όντων, ως όντων που συνυπάρχουν σε ομάδες. Αυτό τον τρόπο η γλώσσα-σκέψη τον αποτιμά οντολογικά: ως το πιο ψυχρό, πιο ψευδές από όλα τα ψυχρά και ψευδή τέρατα. Είναι ένα τεχνητό σύνολο αξιών, το οποίο οι καταστροφείς του λαού επικαλούνται, με «εξευγενισμένο» τρόπο, για να επιβάλουν τη θέλησή τους πάνω στο πλήθος. Αυτοί οι καταστροφείς εμφανίζονται στην ιστορία ως διαφωτιστές –εδώ ο Νίτσε έχει υπόψη του ιδεολόγους εμπνεόμενους από τον Διαφωτισμό– που δήθεν επιθυμούν να θεραπεύσουν τον ασθενή λαό, ενώ στην πράξη ικανοποιούν τις δικές τους ορέξεις. Αυτό έχει τούτη τη σημασία: στο μέτρο όμως που οι αξίες τους δεν προκύπτουν από την πραγματική ζωή, προορίζονται να δολοφονούν παρά να αναζωογονούν τους λαούς.

Ι. Κείμενο:
«Ναι, και σας ακόμη μαντεύει, ω νικητές του παλιού θεού! Κουραστήκατε στον αγώνα και τώρα η κούρασή σας υπηρετεί το νέο είδωλο!
Ήρωες και έντιμους ανθρώπους θα ’θελε να συγκεντρώσει γύρω του το νέο είδωλο! Τ’ αρέσει  να λιάζεται στο ηλιόφως των καλών συνειδήσεων – το ψυχρό τέρας!
Όλα Θέλει να σας τα δώσει, αν εσείς το λατρέψετε, το νέο είδωλο: αγοράζει λοιπόν τη λάμψη της αρετής σας και το βλέμμα των περήφανων ματιών σας.
Θέλει να σας χρησιμοποιήσει ως δόλωμα στους υπερβολικά πολλούς! Ναι, ένα σατανικό τέχνασμα εφευρέθηκε εδώ, ένα άλογο του θανάτου, που χλιμιντρά μέσα στα φανταχτερά στολίδια των θεϊκών τιμών.
Ναι, ένας θάνατος για τους πολλούς εφευρέθηκε εδώ, που καυχιέται πως είναι η ζωή: αληθινά, μια εγκάρδια υπηρεσία στους κήρυκες του θανάτου!
Κράτος ονομάζω αυτό, όπου όλοι πίνουν δηλητήριο, καλοί και κακοί: κράτος, όπου όλοι χάνουν τον εαυτό τους, καλοί και κακοί: κράτος, όπου η αργή αυτοκτονία όλων – ονομάζεται «ζωή».
Μα δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Κλέβουν τα έργα των εφευρετών και τους θησαυρούς των σοφών: μόρφωση ονομάζουν την κλεψιά τους – κι όλα γίνονται σ’ αυτούς αρρώστια και αποτυχία!
Μα δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Άρρωστοι είναι πάντα, ξερνούν τη χολή τους και αυτό ονομάζουν εφημερίδα. Καταβροχθζουν ο ένας τον άλλο και ούτε να χωνέψουν δεν μπορούν.
Μα Δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Πλούτη αποκτούν κι όμως όλο και πιο φτωχοί γίνονται. Δύναμη θέλουν και πρώτα πρώτα τον μοχλό της δύναμης, πολύ χρήμα – αυτοί οι ανίκανοι!
Δείτε τους πως σκαρφαλώνουν, οι ευκίνητοι τούτοι πίθηκοι! Σκαρφαλώνουν ο ένας πάνω στον άλλο κι έτσι σέρνονται στη λάσπη και στο βυθό.
Στο θρόνο θέλουν όλοι να ανεβούν: αυτό είναι η τρέλα τους – σαν να καθόταν στο θρόνο η ευτυχία! Η λάσπη κάθεται συχνά στο θρόνο – και επίσης συχνά ο θρόνος πάνω στη λάσπη.
Τρελοί μου φαίνονται όλοι τους και αναρριχητικοί πίθηκοι και υπερβολικά θερμόαιμοι. Δυσωδία μου μυρίζει το είδωλό σας, το ψυχρό τέρας: δυσωδία μου μυρίζουν όλοι μαζί αυτοί, οι ειδωλολάτρες.
Αδέλφια μου, θέλετε λοιπόν να πνιγείτε μέσα στις αναθυμιάσεις των στομάτων και των ορέξεών τους: σπάστε καλύτερα τα παράθυρα και πηδήστε στον καθαρό αέρα!
Φύγετε λοιπόν μακριά από την άσχημη μυρωδιά! Μακριά από την ειδωλολατρία των περιττών!
Φύγετε λοιπόν μακριά από την άσχημη μυρωδιά! Μακριά από τον αχνό αυτών των ανθρωποθυσιών!
Ελεύθερη για τις μεγάλες ψυχές είναι, ακόμη και τώρα, η γη. Κενές είναι ακόμη πολλές θέσεις για μοναχικούς ή για δυο-δυο, όπου φυσάει το άρωμα γαλήνιων θαλασσών.
Ελεύθερη για τις μεγάλες ψυχές είναι ακόμη μια ελεύθερη ζωή. Αληθινά, όποιος κατέχει λίγα, κατέχεται κι από λίγα: ευλογημένη ας είναι η μικρή φτώχεια!
Εκεί που τελειώνει το κράτος, εκεί μόνο αρχίζει ο άνθρωπος, εκείνος που δεν είναι περιττός: εκεί αρχίζει το τραγούδι της αναγκαιότητα, η μοναδική και αναντικατάστατη μελωδία.
Εκεί που τελειώνει το κράτος – δείτε λοιπόν εκεί, αδελφοί μου! Δεν βλέπετε το ουράνιο τόξο και το γεφύρι του υπεράνθρωπου;»

ΙΙ. Ένα σχόλιο:

Το κράτος επιχειρεί να εξασφαλίσει, για τη δική του και μόνο ψυχρή ύπαρξη, ό,τι καλύτερο μπορεί να υπάρχει: δελεάζει τα πιο φωτεινά μυαλά να το υπηρετήσουν, θέλει να μετατρέψει καταξιωμένους μαχητές πολλαπλών τομέων σε δικούς του μηχανισμούς. Τούτο μας θυμίζει απειράριθμα παραδείγματα της σημερινής πολιτικής αγοράς της Ελλάδας, όπου πρότερες ανιδιοτελείς ατομικότητες δελεάζονται από το δόλωμα της εξουσίας και γίνονται οι πιο σκληροί τύραννοι. Ο Νίτσε μιλάει για δέλεαρ, έχοντας υπόψη του τον Μπίσμαρκ, γερμανό καγκελάριο της εποχής του, που επεδίωκε και επιτύγχανε να νομιμοποιήσει την πολιτική του: «αίμα και σίδηρο», με το να παρουσιάζεται ως προστάτης των τεχνών, δελεάζοντας π.χ. τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ή ακόμη εκχωρώντας σοσιαλιστικής υφής προνόμια στην εργατική τάξη της χώρας του. Τότε συμβαίνει: α) το κράτος να ανυψώνεται στις συνειδήσεις του πλήθους, της αγέλης, ως ο επίγειος θεός τους. β) να ενσωματώνει τους πάντες –καλούς και κακούς, δίκαιους και άδικους– στον δικό του κορμό και να τους καταβροχθίζει. Τούτη η καταβρόχθιση στην πράξη συνοψίζεται ως εξής: πνευματική παραλυσία, με αντίδοτο τη μαζική υστερία στο κυνήγι του πλούτου και της εξουσίας. Που βρίσκονται εν τέλει τα ελεύθερα πνεύματα για τον Νίτσε; Στον αγώνα ενάντια στο νέο είδωλο. Αλλά πώς μπορεί να διεξάγεται ένας τέτοιος αγώνας, όταν και οι ίδιοι οι σύντροφοι του Ζαρατούστρα κινδυνεύουν να γίνουν υπηρέτες αυτού του ειδώλου; Ο Ζαρατούστρα απαντά: μπορεί ως αποχή, απομάκρυνση από κάθε εξουσιαστικό δέλεαρ: όσα λιγότερα κατέχει κανείς, τόσο λιγότερο κατέχεται. Ο πραγματικός αγώνας για ελεύθερη συνείδηση και ελεύθερη ζωή αρχίζει εκεί και τότε, όπου και όταν παύει η βουλιμία του εξουσιάζειν. Τι λέει για τη δική της εξουσιαστική βουλιμία η ελλαδική καθεστωτική «αριστερά»; Εξαπατά με «σοσιαλιστική» «ευασθησία» πεινασμένους και χορτασμένους.