Friedrich Nietzsche
1844–1900
Το νέο Είδωλο:
Ο Λεβιάθαν-το Τέρας
§1
Προ-Κατανοήσεις
Ο σημερινός άνθρωπος είναι τόσο μπερδεμένος,
που στην χοντροκομμένη αυταρέσκεια του
συνωμοτικού δικαστηρίου της δειλίας, του περιβόητου κράτους, αναζητεί τη δική
του ευτυχία. Έτσι θυσιάζει τον εαυτό του για χάρη ενός ειδώλου, που τον απατά και τον ευτελίζει. Συμβαίνει λοιπόν να βασιλεύει πάνω στη
γέρικη γη, σύμφωνα με τον Νίτσε, μια τερατώδης
πολιτικο-κρατική οντότητα, της
οποίας τα κύρια συστατικά συνυφαίνονται με την σκοτεινή φύση των πάσης
φύσεως εθνικισμών, δημοκρατιών, σοσιαλισμών και των αντίστοιχων τύπων κυβερνήσεων και
διακυβερνήσεων. Αυτή η οντότητα, το σύγχρονο κράτος, είναι στ’ αλήθεια ο Λεβιάθαν,
που παρουσιάζεται ως φύλακας των λαών και έτσι αξιώνει να κηδεμονεύει, με τη
διαμεσολάβηση των νόμων, τους πάντες και τα πάντα. Αλλά αυτός ο Λεβιάθαν δεν είναι κάποιος θεός, κάποιος σωτήρας
ή λυτρωτής των ανθρώπων, παρά ένα τέρας, ένα ψευδολόγο και αρπακτικό
θηρίο. Είναι ακριβώς αυτό που
διακηρύσσει. Τι διακηρύσσει; Μια ψυχρή λειτουργία και μια απρόσωπη διαχείριση: δρα ύπουλα και δυναστεύει τυφλά τους λαούς,
στο όνομα μάλιστα αυτών λαών. Έτσι όπου είναι παρόν το κράτος, ωσεί παρών
είναι και ο λαός. Αλλά ποιος λαός; Η αγέλη,
που οι αισθήσεις της είναι τυλιγμένες με ψέματα/ψευδαισθήσεις και απάτες
αίσθησης.
§2
Κατανοήσεις
Στον Ζαρατούστρα
( πρώτο μέρος-ομιλία 11) ο Νίτσε απεικονίζει ως εξής αυτό τον Λεβιάθαν –το Τέρας:
«Υπάρχουν ακόμα κάπου λαοί
και αγέλες, όχι όμως σε μας, αδελφοί μου: εδώ υπάρχουν κράτη. Κράτος; Τι είναι αυτό; Λοιπόν! Ανοίξτε τώρα
τα αφτιά σας, γιατί θα σας μιλήσω για το θάνατο των λαών. Κράτος λέγεται το πιο ψυχρό απ’
όλα τα ψυχρά τέρατα. Ψυχρά επίσης ψεύδεται και
τούτο το ψέμα σέρνεται από το
στόμα του: «Εγώ, το κράτος, είμαι ο λαός». Αυτό κι αν είναι Ψέμα! Δημιουργοί ήταν εκείνοι που δημιούργησαν τους λαούς και που κρέμασαν μια πίστη και μια αγάπη από πάνω
τους: έτσι υπηρέτησαν τη ζωή. Εξολοθρευτές είναι εκείνοι που στήνουν παγίδες για τους πολλούς και αποκαλούνται κράτος: κρεμούν ένα σπαθί κι
εκατό επιθυμίες από πάνω τους. Όπου υπάρχει ακόμη
λαός, δεν καταλαβαίνει το κράτος και το μισεί σαν κακό μάτι και σαν αμαρτία έναντι των ηθών και των δικαιωμάτων».
Τι μας
λέει εδώ ο Νίτσε; Πως το κράτος, ως το πιο ψυχρό από όλα τα ψυχρά τέρατα,
υπονομεύει την αληθινή ύπαρξη των λαών, ταυτίζοντας τον εαυτό του με την έννοια
του λαού. Ετούτη η ταύτιση είναι μια παγίδα για τους λαούς, καθώς το
κράτος-καταστροφέας εξολοθρεύει τη
δημιουργική τους πνοή και τους μετατρέπει σε μια θλιβερή, αυτο-προδομένη μάζα καταπιεσμένων όντων που «εργάζονται»
με όλη τους τη «λαϊκουριά» και με περισσό
ζήλο για την ευτυχία των καταστροφέων τους. Ό,τι ακριβώς συμβαίνει και στη
σημερινή ελλαδική πραγματικότητα: τα πιο αδηφάγα
τέρατα της κρατικής μηχανής, όσο πιο
αδηφάγα είναι –και μάλιστα με «σοσιαλ-αριστερό» μανδύα– τόσο πιο φιλολαϊκά
εμφανίζονται. Έτσι αποκοιμίζουν τον λαό με ψευδαισθήσεις
παραμυθίας, οι οποίες τελικά
αποβαίνουν ολέθριες για την ίδια την ύπαρξή του, βιοτική και πολιτισμική. Και είναι τότε που από δημιουργικός λαός γίνεται ένας ξέπνοος στυλοβάτης των πιο αντιδραστικών-σκοταδιστικών δυνάμεων: γίνεται ένα άβουλο κυβερνώμενο res, που γελοιοποιεί με την ίδια του τη συμπεριφορά τα πιο ευγενικά
του συναισθήματα.