Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Ηράκλειτος-Hegel: Διαλεκτική των Αντιθέτων






Ηράκλειτος
Β 126

ψυχρ θέρεται, θερμν ψύχεται, γρν ααίνεται, καρφαλέον νοτίζεται.

Τα ψυχρά θερμαίνονται, το θερμό ψύχεται, το υγρό ξηραίνεται, το ξηρό υγραίνεται.

Ερμηνεία Κατανόηση

     1. Στο εν λόγω απόσπασμα, ο Ηράκλειτος συνεχίζει να διατυπώνει, με το παράδειγμα της μεταβολής της ύλης, τη θεωρία του περί των αντιθέτων, αλλά υπό διαφορετική μορφή ή σχήμα σχέσης τους συγκριτικά με άλλα αποσπάσματα. Δυνάμει λοιπόν του νόμου των αντιθέτων, τα αντίθετα εδώ, ψυχρό/κρύο-θερμό, υγρό-ξηρό, δηλώνουν αντίρροπες τάσεις, 

που εκδηλώνονται μέσα στο γίγνεσθαι και δια του γίγνεσθαι και οι οποίες λαμβάνονται ως όμοια αντίθετα, δηλαδή συνέχονται υπό την εγελιανώς νοούμενη εννοιακή μορφή του ενός και του αυτού. Τα τέσσερα στοιχεία εδώ ο Ηράκλειτος τα εννοεί ως καθολικά στοιχεία, έτσι όπως εκφράζονται στην αντιθετική τους σχέση ως όροι του γίγνεσθαι: π.χ. θερμότητα, υγρασία κ.λπ. και, όχι ως συνταγές τακτοποιημένες σε συρτάρια και ανασυρόμενες στην επιφάνεια πότε η μια και πότε η άλλη από την κοινή εμπειρία και τον καθημερινό λόγο: π.χ. η φωτιά ως κάτι το θερμό/ζεστό ή ως κάτι που καίει ή θερμαίνει, ζεσταίνει ή ακόμη στεγνώνει κάτι, όπως η ζέστη που στεγνώνει τα ρούχα· ποτέ όμως ως η ίδια η θερμότητα· το νερό ως κάτι υγρό, ποτέ όμως ως η ίδια η υγρασία κ.λπ. Το ζεστό δεν μπορεί να είναι κρύο ή ζεστό ταυτόχρονα· το υγρό δεν μπορεί να είναι ξηρό ή υγρό ταυτόχρονα:  το κρύο και το θερμό, το ξηρό και το υγρό είναι αντίθετα, όχι όμως ιστάμενα εξωτερικά το ένα  απέναντι στο άλλο ως αμοιβαία ενάντια, όπως στον Παρμενίδη, αλλά εσωτερικά αντίθετα, που τα συνέχει το γίγνεσθαι μέσα στη διαμάχη τους. Με αυτή την έννοια συμβαίνουν κατ ριν κα χρεών: δηλ. μέσα από τον αγώνα, τη διαμάχη, και την αναγκαιότητα. Έτσι, κατ’ αυτό το γίγνεσθαι, το θερμό ή το ζεστό γίνεται πιο θερμό, καθώς μέσα από τούτη τη διαμάχη μεταλλάσσει, αντιστρέφει το ψυχρό ή το κρύο και κατ’ αυτόν τον τρόπο το συμπεριλαμβάνει. Το ίδιο συμβαίνει και ανάμεσα στα άλλα αντίθετα. Ένα οποιοδήποτε αντίθετο μπορεί να γίνει το αντίθετο του πρότερου εαυτού του, π.χ. ένα ψυχρό πράγμα να γίνει θερμό και αντίστροφα. Κάθε αντίθετο λοιπόν δεν νοείται χωρίς το άλλο.

     2. Σύμφωνα με τον Χέγκελ, η αντιθετική τους σχέση είναι μια σχέση αλληλεπίδρασης, δυνάμει της οποίας αμφότερα τα αντίθετα είναι διαλεκτικώς ταυτά[1]. Εάν το ένα διαχωρίζεται από το άλλο, εάν το σκεφτόμαστε χωριστά από το άλλο, τότε δεν βγαίνουμε έξω από την συνήθη σύλληψη των πραγμάτων, δηλ. από εκείνη της  καθημερινής εμπειρίας που σκέφτεται με κάτι νεκρό, δηλ. με συνταγές, παρατιθέμενες η μια δίπλα στην άλλη, και έτσι κάνει αφαίρεση από το γίγνεσθαι, από τη δραστηριότητα ή κίνηση που διαμεσολαβεί τα αντίθετα:
«Η διαλεκτική [των αντιθέτων] κάνει αισθητή την παρουσία της όχι μόνο σε κάθε συνείδηση και σκέψη αλλά και σε όλα τα όντα του κόσμου· π.χ. το πράσινο φύλλο αποχρωματίζεται. Είδη όλων των ζώων και των φυτών μεταλλάσσονται, αλλοιώνονται και αφανίζονται. Το σπέρμα του θανάτου και της μεταβολής των πραγμάτων, αυτό είναι το διαλεκτικό τους στοιχείο. Το απλώς νεκρό θα ήταν το μη-διαλεκτικό, το καθαρά Διανοητικό»[2].


[1] Hegel,Τι είναι διαλεκτική; εισαγωγή-μτφρ.-σχόλια Δημ. Τζωρτζόπουλος. Εκδ. Ηριδανός 2016, σ. 131.
[2] Ό.π., σσ. 118-119.