G.W.Fr. Hegel:
Λόγος και
γλώσσα
(Vernnuft und Sprache)
Κείμενα και
σχολιασμός
§1
1. «Η ελληνική έκφραση του
λόγου
(ελλην. στο πρωτότυπο) είναι πιο προσδιορισμένη, πιο σαφής από τη γερμανική
έκφραση: λόγος (Wort).
Υπάρχει μια ωραία διττή σημασία στην ελληνική έκφραση του λόγου, που δηλώνει πως ο λόγος είναι: Λόγος (Vernunft) και γλώσσα (Sprache) συγχρόνως. Γιατί η
γλώσσα είναι η καθαρή ύπαρξη του πνεύματος· είναι ένα πράγμα, που, ευθύς ως
κατανοηθεί, επιστρέφει πίσω στον εαυτό του» (W 20,
106-107).
Σχόλιο:
Η
γλώσσα δεν είναι απλά και μόνο ένα μέσο για μια αναγκαία εξωτερίκευση του Λόγου
(Vernunft),
αλλά κυρίως η ύπαρξή του [το προσδιορισμένο-Είναι του (Dasein)], που οδεύει ολοταχώς προς
αυτό-ολοκλήρωση ως πνεύμα. Κατ’ αυτή την έννοια, η γλώσσα ενοποιεί μια γνωσιακή, δηλαδή λογική
σχέση ανάμεσα στην υπόσταση και το υποκείμενο. Ως τέτοια κατονομάζει το μέτρο,
κατ’ απαίτηση του οποίου συλλέγονται, συνάγονται απείρως και μεθοδικά: το
υποστασιακό, ήτοι το καθεαυτό-Είναι, και το υποκειμενικό, δηλαδή το
διεαυτό-Είναι· εισδύουν το ένα μέσα στο άλλο και παριστάνονται ως η ανάπτυξη της έννοιας. Ως ένα τέτοιο μέτρο είναι η ιδεατότητα ενός
υπάρχοντος πράγματος, η άμεση μη-ύπαρξή του. Μέσα στη γλώσσα, ως εκ τούτου,
συντελείται η επιστροφή από την απροσδιόριστη νύχτα της μορφής του Εγώ στο
Είναι.
§2
2.
«Η Λογική παρουσιάζει την αυτοκίνηση της απόλυτης Ιδέας μόνο
ως τον αρχέγονο λόγο, ο οποίος είναι μια
εξωτερίκευση, αλλά τέτοιας φύσης που, με το να είναι, έχει άμεσα εκ νέου
εξαφανιστεί ως κάτι το εξωτερικό. Η Ιδέα λοιπόν είναι μόνο σε τούτο τον
αυτοπροσδιορισμό της, δηλαδή να αυτοκατανοείται» (Επιστήμη της Λογικής-η διδασκαλία περί της
έννοιας, μτφρ. Δημ. Τζωρτζόπουλος εκδ. Παπαζήση 2005, σ. 622).
Σχόλιο: Το Λογικό στοιχείο και ο λόγος της
γλώσσας συνάπτονται, από άποψη αρχής, σε μια ενότητα, η οποία έχει τον
χαρακτήρα της μεθόδου, δηλαδή μιας διαλεκτικής ή δια-Λογικής συν-εν-νόησης ανάμεσα
στο Λογικό στοιχείο ως περιεχόμενο και στον λόγο της γλώσσας ως Λογική μορφή.
Ό,τι επομένως λαμβάνει χώρα στη γλώσσα, στον
δυναμικό της λόγο, από άποψη μορφής εκφράζει τη Λογικότητα του Είναι, έτσι όπως
το τελευταίο τούτο δηλώνει την παρ-ουσία του ως ενεργώς-πραγματικότητα:
ως αυτό-αναπτυσσόμενη και αυτό-προσδιοριζόμενη έννοια. Και αντίστροφα: αυτή η Λογικότητα
του Είναι, αυτή η παρ-ουσία του ως ενεργώς-πραγματικότητα, εκφράζει τον δυναμικό
λόγο της γλώσσας. Αυτό το νόημα περιέχει και η περίφημη ρήση του Χέγκελ στη φιλοσοφία
του Δικαίου:
ό,τι είναι έλ-λογο, είναι ενεργώς-πραγματικό
και ό,τι
είναι ενεργώς-πραγματικό, είναι έλ-λογο.
Η εν
λόγω ρήση, ως μια περιεκτική συνόψιση των νοημάτων του πιο πάνω κειμένου (2), κλείνει
μέσα της τον πιο ριζοσπαστικό Λόγο για τη δυναμική αλλαγή της πραγματικότητας. Και
όμως ορισμένοι άξεστοι πολιτικάντηδες, είτε της επαγγελματικής πολιτικής είτε της
δουλόφρονης-συστημικής «διανόησης», όπως και κάποιοι ιδεολογικοί ανθρωπίσκοι (Πλάτων), την κατανοούν ανεστραμμένα: ως δικαιολογητικό θεώρημα της υφιστάμενης εκάστοτε τάξης
πραγμάτων. Για τους τελευταίους τούτους ισχύει η ακόλουθη εγελιανή αποστροφή: «ας αφήσουμε
του νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους».