Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Hegel: Τι είναι το όριο;






Γκ. Χέγκελ
1770-1831


Το όριο και οι εφαρμογές του στο κράτος


§1. Το όριο (die Grenze): είναι μια κεντρική λέξη-έννοια, που παίζει ενεργό ρόλο στη σωστή κατεύθυνση της ανθρώπινης σκέψης. Το όριο είναι αυτό που περιορίζει κάτι, τουτέστι το καθορίζει με βάση ένα σύνολο γνωρισμάτων, ποιοτήτων, συναφειών, συσχετισμών κ.λπ. 
Χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και μεταφορικά: π.χ. τα όρια του δωματίου ή τα όρια της υπομονής. Έχει παρουσία σε όλες τις σφαίρες της ανθρώπινης δραστηριότητας. Στη σφαίρα της ποίησης π.χ. λέει ο Ελύτης για το Σολωμό πως καθόρισε τα όρια της ποίησης της εποχής του. Το ίδιο λέει και για τον Γ. Σεφέρη. Ο Χέγκελ χρησιμοποιεί αυτό τον όρο στην επιστήμη της Λογικής[1] ως Λογική έννοια ή κατηγορία και τη διακρίνει ορισμένως από τον όρο-έννοια: φραγμός (Schranke). Στην καθημερινή γλώσσα δεν διαφοροποιούνται συνήθως όριο και φραγμός. Στον Χέγκελ, το όριο προσδιορίζει μια περατή/πεπερασμένη οντότητα, ένα ορισμένο Κάτι[2]. Την/το προσδιορίζει ποσοτικά και ποιοτικά. Άρα μιλάμε για ποσοτικό και ποιοτικό όριο.

§2. Πρόκειται για τον ποιοτικό όσο και ποσοτικό προσδιορισμό κάθε περατού Κάτι, πέρα από τον οποίο το τελευταίο γίνεται κάτι άλλο. Π.χ. η Ελλαδική χώρα έχει μια ορισμένη έκταση, ένα ορισμένο ποσοτικό όριο, που υπό τη μορφή των συνόρων την καθιστά ένα κράτος με συγκεκριμένη γεωγραφική οριοθέτηση και διαφορετικό από ένα άλλο κράτος. Συγχρόνως έχει εκείνο το ποιοτικό όριο, που την κάνει να είναι πατρίδα των Ελλήνων και όχι προτεκτοράτο ξένων δυνάμεων, ελέω του υπηρετικού τους προσωπικού της καθεστωτικής «αριστεράς». Το Ελληνικό κράτος υπάρχει και μπορεί να υπάρχει μόνο ως διαλεκτική ποσοτικού και ποιοτικού ορίου.

§3. Όταν επομένως η παρούσα νεοφασιστική συμμορία των αγράμματων καθεστωτικών επιχειρεί με τη μάσκα του «δημοκράτη» ή του «σοσιαλιστή» να καταργήσει τα σύνορα του ελληνικού κράτους, καταργεί στην πράξη την ίδια την υπαρκτική οντότητα του Ελληνικού κράτους και αποσυνθέτει κάθε ζωντανό και δημιουργικό όριο και γι’ αυτό αναγκαίο. Σύμφωνα με τον Χέγκελ, κάθε τύπος ορίου είναι μια άρνηση. Π.χ. το προαναφερθέν ποσοτικό όριο του Ελληνικού κράτους είναι τέτοιο, γιατί εκτείνεται ως τα σύνορα και όχι πέραν των συνόρων. Είναι η άρνηση του ευρισκόμενου πέραν των συνόρων. Όποια δηλαδή κρατική υπόσταση υπάρχει πέραν των ελληνικών συνόρων είναι εκείνο το Κάτι, που υφίσταται άρνηση (διαλεκτικώς νοούμενη) από το Κάτι που λέγεται οριοθετημένο ελληνικό κράτος. Κατά την ίδια Λογική διαδικασία και το ποιοτικό όριο είναι μια άρνηση ενός άλλου ποιοτικού ορίου.

§4. Το ποσοτικό όριο είναι εξωτερικό και αδιάφορο, με την έννοια ότι ως υπαρκτό γεωγραφικό όριο, στο παράδειγμά μας, δεν επιδρά ή δεν επηρεάζει την ουσία και πεμπτουσία της μιας ή της άλλης πόλεως στην ελληνική επικράτεια. Το ποιοτικό όμως όριο, μας λέει ο Χέγκελ, συνάπτεται εσωτερικά με την κρατική οντότητα, που λέγεται π.χ. ελληνικό έθνος, πατρίδα, κράτος, και την επηρεάζει καθοριστικά. Το ποιοτικό όριο του προσδίδει έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα, μια καθορισμένη σύσταση (Beschaffenheit), ανάμεσα στις τόσες άλλες διαφορετικές. Όταν, ας πούμε, συρρέουν ανεξέλεγκτα στη χώρα στίφη τυχάρπαστων ανθρώπων, τότε αλλοιώνεται το ποιοτικό όριο του ελληνικού κράτους και το επηρεάζει σε βαθμό διάλυσής του.

§5. Το ποσοτικό όριο, στη συνάφεια τούτη, έρχεται να μας θυμίζει πως θέτει έναν περιορισμό, π.χ. το Ελληνικό κράτος ως υπαρκτή οντότητα με τη δική της σύσταση, πέραν της οποίας υπάρχει μια άλλη οντότητα με διαφορετική σύσταση. Τούτο σημαίνει ότι η εν λόγω ποσοτική οριοθέτηση παραπέμπει στην ύπαρξη πολλών διαφορετικών οντοτήτων· π.χ. πέραν των ορίων της Ελλάδας υπάρχουν άλλα κράτη με διαφορετική σύσταση. Ωστόσο δυνάμει της διαλεκτικής ποιοτικού και ποσοτικού ορίου υπάρχει και μπορεί να υπάρχει συνεργασία ή εχθρότητα αναλόγως ανάμεσα σε αυτά τα κράτη.

§6. Πρόκειται για μια διάδραση, ήτοι αλληλεπίδραση, θετική ή αρνητική ανάμεσά τους, με βάση την ως άνω διαλεκτική. Οποιαδήποτε νόθευση αυτής της διαλεκτικής κίνησης ή παρανόηση της εν λόγω κίνησης αποδυναμώνει το ποιοτικό στοιχείο και προκαλεί την εχθρότητα μεταξύ τους. Η αποδυνάμωση του ποιοτικού ορίου σχετίζεται με την αλλοίωση όλων των ποιοτικών στοιχείων του κράτους: π.χ. την ποιότητα των πολιτικών, της δημοκρατίας, των οικονομικών μεγεθών, της παιδείας, της στρατιωτικής ετοιμότητας και ό,τι άλλο συνέχει την ευδοκίμηση μιας πολιτείας. Οι εγχώριοι αφισοκολλητές της πολιτικής εξουσίας δείχνουν, λόγω αφάνταστης απαιδευσίας και απεριόριστης ανηθικότητας-αντιαισθητικότητας, λόγω του ότι δηλαδή δεν έχουν καμιά σχέση με το υπό συζήτηση ποιοτικό όριο, να μην καταλαβαίνουν τίποτε απ’ αυτά και να οδηγούν τη χώρα στον όλεθρο.





[1] Η διδασκαλία περί του Είναι, μτφρ. Δημ. Τζωρτζόπουλος. Εκδ. Νόηση Αθήνα 2013, σσ. 223 κ.εξ.
[2] Ό.π., σ. 232.