Αισχύλος
(περ. 525 - 456 π.Χ.)
Ήθος και γλώσσα
§1
Ι.
Ποιος είναι ο Αισχύλος; Είναι ο τραγικός ποιητής, με τον οποίο ξεκινά πραγματικά η αττική τραγωδία. Βέβαια, πριν από τον Αισχύλο, υπήρξε
ο Φρύνιχος, που λογίζεται ο καθαυτό
δημιουργός της ιστορικής τραγωδίας. Ως πρώτος
επινοητής αυτού του είδους της ποίησης, ως ο διαμορφωτής της πρώιμης
τραγωδίας αναφέρεται ο Θέσπις, για
τον οποίο δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Ο Φρύνιχος ήταν, κι αυτός, ένας σπουδαίος
ποιητής αλλά περισσότερο λυρικός
παρά δραματικός, με την καθαυτό
έννοια του όρου. Τέσσερα χρόνια μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας παρουσίασε επί
σκηνής τις Φοίνισσες. Σε τούτο το έργο παριστάνεται ο χορός να θρηνεί για
την ήττα των Περσών. Αυτός ο χορός αποτελείται από τις μητέρες και τις γυναίκες
των Φοινίκων ναυτών, που πολέμησαν ενάντια στους Έλληνες.
ΙΙ. Ο Αισχύλος έλκει την καταγωγή
του από αριστοκρατική οικογένεια και είναι σχεδόν σύγχρονος με τον Πίνδαρο. Ως ποιητική φυσιογνωμία διακρίνεται για τα
χαρακτηριστικά ηρωικού μα και βαθιά ευσεβούς ανθρώπου. Σε κάθε στιγμή, η σκέψη του γυρνά γύρω από την ανθρώπινη μοίρα και παράλληλα γύρω από τους
θεούς. Συνδυάζει τη δημιουργικότητά του στην τραγική ποίηση
με τον βιωματικό χαρακτήρα του λόγου:
της γλώσσας και της σκέψης. Ο ίδιος
είναι ο χαρακτηριστικός τύπος του
ανθρώπου, που όχι απλώς έζησε τους
μηδικούς πολέμους, αλλά πήρε και ενεργό
μέρος. Συγκρότησε έτσι τη σκέψη του, έχοντας συλλέξει θυελλώδεις εμπειρίες
από πραγματικές ιστορικές περιστάσεις. Με τη γλώσσα του εκφράζει το ήθος και την τιμή των Μαραθωνομάχων:
αυστηροί και αλύγιστοι, με απόλυτο πνεύμα γενναιότητας και ανδρείας. Τα προσωπικά συναισθήματα συνυπολογίζονται
εντός της υπεροχής της τιμής και των
ιερών δεσμών.
§2
I. Στο
έργο του συναντάμε τιτανικές μορφές,
που κρατούν τις μυθικές τους διαστάσεις και προκαλούν δέος στο θεατή. Σε όλες τις ποιητικές του συνθέσεις κυριαρχεί ένα υψηλό ύφος, που δεν είναι λιγότερο βαρύ
και δύσκολο. Παρούσα είναι εδώ και η ζωντανή
ανθρωπότητα, αν και, από μια πλευρά, ο άνθρωπος μοιάζει
να είναι προορισμένος αποκλειστικά και μόνο για θύμα. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο όλοι και όλα, μέσα
στον ποιητικό κόσμο του Αισχύλου, αποκτούν
συμπαντική αξία· γι’ αυτό και συνυφαίνονται. Στο πλαίσιο τούτης της συμπαντικότητας
και συνύφανσης ο άνθρωπος αναπτύσσει δυνατά τη βούλησή του, διατηρεί την αυτονομία
του, παίρνει πρωτόγνωρες πρωτοβουλίες κι όλα τούτα σε συνδυασμό πάντα
με τις βουλές του θεού. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα, ανάμεσα στα πολλά άλλα, είναι η θυελλώδης δράση του Ορέστη, ως εκδικητή
του φόνου του πατέρα του, του Αγαμέμνονα, από τη μητέρα του και τον εραστή της:
την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο.
ΙΙ. Χοηφόροι (στ.
892-911):
ΟΡΕΣΤΗΣ
Εσένα ψάχνω. Με κείνον τα τελείωσα.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Αλίμονο, Αίγισθε. Καλέ μου. Σε σκότωσαν!
ΟΡΕΣΤΗΣ
Στον ίδιο τάφο θα σας βάλω να τον αγαπάς. Ούτε
νεκρό δεν θα τον χάσεις.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Πυλάδη τι να κάνω; Μάνα είναι, να τη λυπηθώ;
ΠΥΛΑΔΗΣ
Και του Φοίβου οι μαντείες; Οι χρησμοί της
Πυθίας; Οι όρκοι;
Τι θ' αξίζουν; Τους πάντες κάνε εχθρούς σου
αντί για το θεό.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Δίκαιο έχεις. Λες το σωστό. Έλα εσύ! Δίπλα του
θέλω να σε
σφάξω. Αφού και ζωντανό τον προτιμούσες απ' τον
πατέρα, νεκρή
να σε πλαγιάζει τώρα. Άνθρωπο φονιά τον
αγαπούσες. Μισούσες
αυτόν που έπρεπε να αγαπάς.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Σε γέννησα και σ' έθρεψα! Μαζί σου να γεράσω.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Του πατέρα μου φόνισσα! Μαζί μου!
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Η μοίρα γιε μου. Η μοίρα τα έκανε.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Και το θάνατό σου τότε μοίρα σου τον χαρίζει.
§3
Ένα
Σχόλιο
Ι. Ο ποιητής, ως βλέπουμε,
βαδίζει πάνω σε μια υπαρξιακή
γραμμή, ως προς ορισμένα πρόσωπα, π.χ. την Κλυταιμνήστρα, και σε μια γραμμή τιμωρίας, από την πλευρά του
Ορέστη, για την παραβίαση της συζυγικής τιμής. Η ιερότητα του γάμου είναι υπέρτατη
αξία. Γράφει σχετικά στις Ικέτιδες (στ. 217-218):
«του αντρόγυνου όμως ο δεσμός, που ενώνει η Μοίρα
κι απ’ όρκο έχει τη Δίκη πιο ισχυρό φρουρό».
ΙΙ. Ο Ορέστης, στο πιο πάνω
απόσπασμα, ενεργεί με βάση τις βουλές
του θεού. Σε κάποια στιγμή συναισθηματοποιείται
από τα λόγια της μάνας του και διστάζει να τη σκοτώσει. Αμέσως ρωτά τον Πυλάδη,
τη φωνή του θεού επί της συγκεκριμένης
σκηνής, τι να κάνει και ακάθεκτα προχωράει στην υλοποίηση του σχεδίου του: διαλεκτική βούλησης του θεού και δράσης του
ανθρώπου. Υπό ένα γενικότερο πνεύμα, ο Ορέστης εδώ υπερασπίζεται τον κυρίαρχο ρόλο της πατριαρχίας, τον οποίο αμφισβήτησε η άποψη της μητριαρχίας, από τη σκοπιά της Κλυταιμνήστρας.
§4
Ι. Είναι πολύ παραγωγικός,
με πολλές επιτυχίες κατά τους διαγωνισμούς ποίησης. Συνολικά 13. Συνδυάζει σεμνότητα και βαθύτητα στη σκέψη· κάτι
που δεν ταιριάζει και με το γεγονός ότι είναι ένας ακαταπόνητος στοχαστής και αυστηρά προσηλωμένος σε μεγάλες και τολμηρές ιδέες. Πάντοτε δε,
κατά τον κύκλο της σκέψης του, θέτει το συμφέρον
της πόλεως πάνω από το ατομικό.
Είναι ακριβώς ο πατριωτικός
χαρακτήρας του ποιητικού του στοχασμού που συνδυάζει ανεκτίμητη ποιότητα με
σεβαστή ποσότητα έργων. Σχετικά με τους θεούς εμφανίζεται ένας κόσμος,
κινούμενος μέσα στο μυστήριο και το δέος.
ΙΙ. Από το σύνολο των έργων του –κάποιοι μιλούν για 73
και άλλοι για 90- διασώθηκαν επτά έργα του: Πέρσαι, Επτά επί Θήβαις,
Ικέτιδες, Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες και Προμηθεύς
Δεσμώτης. Στα έργα του εντάσσει το
άτομο στο ευρύτερο σύνολο, ενώ δεν αποκόπτει τον άνθρωπο από τους θεούς.
Η παρουσία του ποιητικού του λόγου είναι ισχυρή
και αντανακλά τον εμπνευσμένο χαρακτήρα αυτού του λόγου σε κάθε στίχο και σε
κάθε εικόνα. Συγχρόνως, η παρουσία των θεών δεν περιορίζει την ελεύθερη δράση
των ανθρώπων. Απεναντίας την προϋποθέτει και την προάγει.
ΙΙΙ. Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες συγκροτούν μια κοινή θεματική ενότητα και αποτελούν
τριλογία: την Ορέστεια. Με την Ορέστεια βραβεύτηκε (458) για μια ακόμη
φορά, ο ποιητής· σε μια περίοδο μάλιστα, που οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις των
Εφιάλτη και Περικλή φάνταζαν για τους ανθρώπους της ένδοξης παλαιάς εποχής: των
περσικών πολέμων, ανάμεσα σε αυτούς και στον Αισχύλο, ως δημαγωγικά μέτρα, ως μέτρα που μαλθακοποιούν την ανθρώπινη
κοινότητα και οδηγούν στη χαλάρωση των ηθών.
§5
Ι. Μια γενική, καθολική, οικουμενική εικόνα του κόσμου, όπως την εννοεί ο Αισχύλος μας παρουσιάζουν οι
παρακάτω στίχοι (Ικέτιδες, στ. 23-26):
«Πόλη και γη καθάρια νερά
και θεοί
του ύψιστου αιθέρα
και
πολυσέβαστοι θεοί κάτω από τη γη,
κυρίαρχοι των τάφων,
και
τρίτος εσύ, Δία Σωτήρα!»
ΙΙ. Ένα Σχόλιο: στους παραπάνω στίχους είναι παρόν ένα
συμπαντικό περιβάλλον: θεϊκό και ανθρώπινο, έμψυχο και άψυχο. Μαζί,
και με τον δέοντα σεβασμό το καθένα, παρευρίσκονται η πολιτεία, η πολιτική
κοινότητα, τα στοιχεία της φύσης,
οι θεοί, οι φωτεινές δυνάμεις του γλαυκού ουρανού, οι υποχθόνιες δυνάμεις, που κρατούν τους νεκρούς και τέλος ο Δίας. Εδώ
ο Δίας είναι ο υπέρτατος θεός και ο πιο σεβάσμιος. Βλέπουμε λοιπόν τον ποιητή
να εκκινεί από την τοπικότητα και να ανυψώνεται στην καθολικότητα, στη συμπαντικότητα.