Sören Kierkegaard
1813-1855
Προς
μια διαλεκτική της ύπαρξης
§1
Ι. Ο Κίρκεγκαρντ ή Κίρκεγκωρ ανήκει στους πιο σημαντικούς στοχαστές της φιλοσοφίας της ύπαρξης με ανεκτίμητη τη
συμβολή του στη γενικότερη διαμόρφωση
της σύγχρονης φιλοσοφικής σκέψης. Γεννήθηκε στην Κοπεγχάγη, όπου σπούδασε
φιλοσοφία, και αργότερα στο Βερολίνο θα παρακολουθήσει τις παραδόσεις του
Σέλινγκ (Schelling). Αξίζει
να σημειωθεί πως εκείνη την εποχή μεσουρανούσε στο Βερολίνο η εγελιανή
φιλοσοφία και πως ο Σέλινγκ κλήθηκε στο εκεί πανεπιστήμιο, ευθύς μετά τον
αιφνίδιο θάνατο του Χέγκελ, για να αντεπιδράσει, προς μια θεολογική προοπτική,
στην ισχυρή, ισχυρότατη απήχηση της διαλεκτικής φιλοσοφίας του Χέγκελ,
νοούμενης εν πολλοίς ως αθεϊστικής φιλοσοφίας.
ΙΙ. Ο Κίρκεγκωρ αναδύεται στη
φιλοσοφική σκηνή του 19ου αιώνα ως ο στοχαστής της μοναδικότητας του ατόμου. Η
υποκειμενικότητα, ήτοι η εσωτερικότητα, είναι αυτή τούτη η αλήθεια. Βάση λοιπόν
κάθε δυνατής σκέψης είναι η ατομική
ύπαρξη και όχι το Όλο του συστήματος, είτε το τελευταίο
εκφράζεται με ολιστικά συστήματα φιλοσοφικής σκέψης είτε με ολιστικές ιδέες
περί κράτους. Λογίζεται ως ο πρώτος φιλόσοφος της νεωτερικότητας, που στράφηκε με
δριμύτητα ενάντια στην παραγωγή φιλοσοφικών συστημάτων και μπόρεσε να
αντιταχθεί στην αυθεντία των αντίστοιχων εννοιών τους. Γι’ αυτό και ο Χάιντεγκερ, ως κατ’ εξοχήν αντισυστημικός στοχαστής,
εγκύπτει με κάθε ευλάβεια σκέψης στο έργο του. Ο Δανός φιλόσοφος κλονίζει
συθέμελα το αδιαμφισβήτητο κύρος και την αποτελεσματικότητα του εννοιολόγιου
της κυρίαρχης τότε συστηματικής σκέψης. Με πόνο ψυχής διαγιγνώσκει πως το
αίνιγμα της ατομικής ύπαρξης δεν λύνεται με την υπερύψωση πάνω από το άτομο ενός ανώφελου για το ίδιο και
άκαμπτου για την ύπαρξη συστήματος εννοιών. Έτσι, στην αφηρημένη σκέψη, για παράδειγμα,
αντιπαραθέτει το συγκεκριμένο ατομικό βίωμα και μια αντιστοίχως
ενεργό σκέψη, στην καθολική τάξη πραγμάτων τις ενύπαρκτες–εμμενείς αντιθέσεις της ύπαρξης, που δεν
γνωρίζουν συνδιαλλαγή, στην αντικειμενικότητα
την υποκειμενικότητα κ.λπ.
§2
Ι. Η μόνη απτή και χειροπιαστή αλήθεια
της ανθρώπινης ύπαρξης, μας λέει, είναι η υποκειμενικότητα. Η λύση, κατά συνέπεια, του προαναφερθέντος
αινίγματος συνάπτεται με την ελεύθερη
επιλογή του ατόμου. Μια τέτοια επιλογή, για να είναι αληθινά
ατομική, πρέπει να μην υπόκειται σε παγιωμένα, καθιερωμένα, αντικειμενικά
παραδεκτά κριτήρια, αλλά να είναι ένα άλμα πίστης προς το άγνωστο. Επομένως δεν μπορεί να
υποδεικνύεται η μια ή η άλλη επιλογή στο άτομο, καθώς αυτό-εδώ είναι το
υπέρτατο κριτήριο ερμηνείας, λόγου, βίωσης, σκέψης. Όπως
γράφει στο Ημερολόγιο ενός διαφθορέα, το άτομο συγκροτεί
εκείνη την κατηγορία, μέσα από την οποία πρέπει να διέρχεται ο χρόνος, η ιστορία και η ανθρωπότητα.
ΙΙ. Ο φιλόσοφος βρίσκεται συνεχώς σε
έναν συγκρουσιακό διάλογο με την
εσωτερικότητα της ατομικής ύπαρξης: η εσωτερικότητά του επιχειρεί να πλησιάσει την εσωτερικότητα του άλλου
μέσα από τρεις διαλεκτικές κινήσεις,
που δεν είναι τίποτε άλλο από σφοδρές συγκρούσεις, διαμάχες, με καταστάσεις και σχηματισμούς του Λόγου, που νιώθει να τον συνθλίβουν. Η πρώτη διαλεκτική κίνηση, σε επίπεδο αισθητικής υφής, αφορά τη διαμάχη του με τον ρομαντικό κόσμο της εποχής του. Η δεύτερη,
σε επίπεδο ηθικής, αφορά τη διαμάχη
του με την εγελιανή φιλοσοφία και τον
ιδεαλισμό της εποχής του. Η τρίτη, καθαρά θεολογικής υφής, είναι η
σφοδρή σύγκρουση του φιλοσόφου με τους εκκλησιαστικούς εκπροσώπους της πατρίδας
του, που όλοι τους, πλην ελαχίστων, νοθεύουν
με λόγο και έργο το αληθινό πνεύμα του χριστιανισμού. Γενικώς ειπείν, η
συνολική προβληματική του Κίρκεγκωρ γύρω από την ατομικότητα-υποκειμενικότητα
εντάσσεται μέσα σε μια μετα-εγελιανή ανάπτυξη κριτικού λόγου και αντί-λογου
υπέρ της άμεσης, βιωματικής, ζωντανής πράξης. Μέσα σε αυτό το ρεύμα ανήκει και η κριτική σκέψη
των αριστερών νεοεγελιανών, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο νεαρός Μαρξ.
§3
Σε
κάθε περίπτωση, ωστόσο, οι αντι-εγελιανές ομοβροντίες του Δανού φιλοσόφου δεν
τον εμπόδισαν να αντιπαρατεθεί διαλεκτικά με την
καθολικότητα του ιστορικού κόσμου. Υποστηρίζει λοιπόν πως ένας τέτοιος κόσμος
δεν μπορεί να εξηγείται ή να κατανοείται ως ένα παίγνιο αντίπαλων ή αντιθετικών
γενικών δυνάμεων, αλλά πρωτίστως να βιώνεται από την κάθε ζωντανή
υποκειμενικότητα ως προσωπική
μοίρα. Ό,τι συμβαίνει στην ιστορία και ως ιστορία πρέπει να εσωτερικεύεται εν είδει
υποκειμενικού πάθους και να μην παρουσιάζεται από τη φιλοσοφία ως ένα θέαμα, μεγαλοπρεπές μεν και
επιβλητικό για το άτομο, αλλά απόμακρο
και αδιάφορο για τη συνείδησή του. Το κάθε άτομο γίνεται αυτοσυνείδητο Εγώ, όταν βιώνει
ως προσωπική διαδρομή την
ιστορία του κόσμου, που το περιχαρακώνει, το πειθαναγκάζει, το απειλεί. Τότε
συμβαίνει να μετουσιώνει την
ιστορία ως έναν ατομικό Γολγοθά
εντάσεων, επαληθεύσεων, διαψεύσεων, ανατροπών. Όσο λοιπόν η αυτοσυνειδησία
συγκροτείται για τον εαυτό της ως το πάθος της ιστορίας, τόσο αναζητεί μέσα της
εκείνον τον ιδιάζοντα στο δικό της Εγώ απόκρυφο, άφατο λόγο, που παραμένει απρόσιτος και γι’ αυτό
ανέγγιχτος από κάθε αρμονική ή και ισοπεδωτική γενικότητα.