Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019

Μεταξύ Hegel και Foucault





Μισέλ Φουκώ
1926-1984


Εξουσίαγνώση στον Φουκώ και ο Χέγκελ

§1

     Μια συζήτηση για τη συνάντηση του Φουκώ με τον Χέγκελ εκτυλίσσεται μοιραία σε συζήτηση για την ουσία της φιλοσοφίας του Φουκώ. Γιατί; Επειδή ο Φουκώ είναι ένας από τους διανοητές, που τον έχει διαμορφώσει η ιστορία, δηλ. ο χρόνος και η κίνησή του υπό τη μορφή γεγονότων ή συμβάντων,  ως κριτικά αντιπαραβαλλόμενο με τον Χέγκελ αλλά και με τον Μαρξ, ως θεωρούμενο μαθητή του Χέγκελ. Ως προς το τελευταίο χρειάζεται να διευκρινίσουμε πως για ορισμένους σύγχρονους βασικά στοχαστές η κριτική αντιπαράθεση με τον Χέγκελ γίνεται επί ορισμένων αρχών ή κατευθύνσεων, που πρωτοδιατυπώθηκαν μεν από τον Χέγκελ με βάση την ιδεαλιστική μέθοδο, αλλά μετέπειτα απασχόλησαν τον Μαρξ από τη σκοπιά της δικής του υλιστικής μεθόδου και υπό άλλη προοπτική. Έτσι συμβαίνει, όχι σπάνια, το εξής παράδοξο: μια ανάγνωση που ενοχοποιεί τον μαρξισμό και το ιστορικό του ναυάγιο να ενοχοποιεί αυτόματα και την εγελιανή σκέψη, λες και ο Χέγκελ είναι υπεύθυνος για τα αδιέξοδα του ιστορικού μαρξισμού ή λες και η εξέλιξη των φιλοσοφικών ιδεών ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία. Όπου π.χ. ο Χάιντεγκερ μιλάει αρνητικά για τη διαλεκτική του Χέγκελ, μιλάει μάλλον επηρεασμένος κατά πολύ από τη μαρξιστική διαλεκτική και όχι από μια ουσιώδη ενασχόληση με την εγελιανή διαλεκτική. Εξάλλου, η ίδια η σκέψη του Χάιντεγκερ περιέχει στα ενδότερα της δομής της καίρια σημεία της εγελιανής μεθοδολογίας με αλλαγή απλώς όρων, εννοιών, γλωσσικών αναπροσδιορισμών. Π.χ. στη θέση του εγελιανού Απόλυτου υψώνει το Είναι, στη θέση  αυτο-εκδίπλωσης του Λόγου, της Ιδέας την αυτο-παρουσία αυτο-απουσία του Είναι, την αυτο-εκδίπλωση των νοημάτων του μέσα από την προς-κληση που απευθύνει στα όντα κ.λπ. Κάτι παρόμοιο ισχύει, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, και για τον Φουκώ.


§2

     Έχει λεχθεί πως ο Φουκώ ανήκει σε εκείνη τη γενιά των Γάλλων διανοουμένων, που ρητά και ανοικτά θα έφτανε να εκφράσει έναν «γενικευμένο αντι-εγελιανισμό». Αυτή η γενιά του 1960 και του 1970 ασχολήθηκε, κατά κανόνα, με τον Μαρξισμό, που ήταν τότε του συρμού στο ευρύ πολιτικό φάσμα της Ευρώπης, και επιδερμικά με τις εγελιανές του καταβολές, χωρίς κάποια αυτόνομη εμβάθυνση στον ίδιο τον Χέγκελ πλην βεβαίως ορισμένων φωτεινών εξαιρέσεων. Ουδείς απ’ αυτούς τους φιλοσόφους δεν διαχώριζε τον Χέγκελ από τον Μαρξ πέρα από τον σχηματικό διαχωρισμό ανάμεσα στον ιδεαλιστή και τον υλιστή αντίστοιχα. Τον διαχώριζε περίπου όσο διαχώριζε ο Αριστοφάνης τον Σωκράτη από τους Σοφιστές. Έτσι όποιος ήταν αντι-εγελιανός ήταν υποχρεωτικά και αντι-μαρξιστής και το αντίστροφο. Υπό μια γενική έννοια, ο Φουκώ θέλησε προφανώς να αμφισβητήσει, σε επίπεδο θεωρίας και πράξης την τάξη, την ενότητα ή την τελεολογία του Λόγου, καθώς και τους λόγους περί τέλους ή τελικού σκοπού της ιστορίας· κάποιες δηλ. μεθοδολογικές πριν από όλα υποτυπώσεις, τις οποίες ορισμένοι συσχέτιζαν και συσχετίζουν γενικώς με την  πεμπτουσία της εγελιανής σκέψης. Αναγνώριζε πως ζει σε μια εποχή που πρέπει να φύγει πέρα από την αυστηρότητα και την εννοιολογική ολότητα της σκέψης του Χέγκελ. Εδώ και τώρα ένιωθε ότι πρέπει να πει κάτι άλλο συγκριτικά με τον  παραδοσιακό Λόγο της φιλοσοφίας. Επιχείρησε έτσι να σκεφτεί τα νέα προβλήματα μα και αιτήματα της ζωής εντός της ιστορικότητας της κοινωνίας και με όλα τα χαρακτηριστικά μιας κατατετμημένης κοινότητας καθορισμού, που αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της στην πλήρη διχοτομία, αποξένωση ή διασκορπισμό της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και σε μια ανυπέρβλητη πολυπλοκότητα της τελευταίας. Ενώ η κοινή ιστορία, κατά τον Γάλλο φιλόσοφο, σχετίζεται με τον τόπο, τους τόπους: τις πρακτικές, άρα και την κοινότητα καθορισμού του ανθρώπου, συγχρόνως δεν ακυρώνει, δεν μπορεί να ακυρώσει, την ιδιαιτερότητα και την πολυπλοκότητα της ιστορίας του ενός ή του άλλου ανθρώπου.

§3

     Ο Φουκώ δεν ήταν φιλόσοφος με την κλασική έννοια, όπως π.χ. ήταν ο Χέγκελ ή ο Χάιντεγκερ κ.α. αλλά ένας στοχαστής-αναζητητής μια αναλυτικής και όχι λιγότερο δια-γνωστικής προσέγγισης  της αλήθειας, ενός ευρύτερα φιλοσοφικού προσανατολισμού με έντονα τα γνωρίσματα της ιστορίας, της γενεαλογίας κ.λπ. Γενικώς επιδίδεται στην  επ-ανα-διατύπωση θεματικών ή στην εξέταση σχηματισμών του Λόγου με όρους και τρόπους, που να προσηλώνονται στο ένα ή το άλλο τμήμα καταστάσεων πραγμάτων ή σχέσεων, όπως βιο-πολιτική, σχέσεις εξουσίας και γνώσης, πειθάρχηση, κανονικότητα, υποκειμενικότητα κ.λπ. ή σε διάφορες μεταβαλλόμενες μορφές φιλοσοφικής σκέψης ή μεταβαλλόμενες προσεγγίσεις φιλοσόφων. Π.χ. στην περίπτωση του Χέγκελ, τον προσεγγίζει μέσα από μια πορεία, που κλιμακώνεται από εγγύτερη, λιγότερο εγγύτερη έως και πολεμική, ειδικά κατά την ύστερη φάση της δεκαετίας του 1960. Εκκινώντας από ένα πνεύμα διερώτησης για το ποιος είναι ο άνθρωπος, όχι εν γένει αλλά o καθένας από μας, καλλιεργεί έναν προφορικό και γραπτό λόγο «ιστορικό», θα μπορούσε να πει κανείς, δηλ. έναν λόγο που κινείται στη γραμμή του χρόνου και ο οποίος προσπαθεί να σκεφτεί ή να ερμηνεύσει αντίστοιχα τις ποικίλες καταστάσεις, έτσι όπως μας εγκαθιστά σ’ αυτές και σε συγκεκριμένες περιόδους ή εποχές η κίνηση του χρόνου.  Ο Φουκώ γνώρισε, κατ’ αρχήν, τον Χέγκελ από τον δάσκαλό του, τον κορυφαίο Γάλλο φιλόσοφο και έναν από τους πιο λαμπρούς ερμηνευτές της εγελιανής φιλοσοφίας, τον J. Hyppolite (Υππολίτ). Τα μνημειώδη έργα του: μετάφραση στα γαλλικά  της Φαινομενολογίας του πνεύματος (ο πρώτος τόμος δημοσιεύτηκε το 1939 και ο δεύτερος το 1941)[1] καθώς και η διεξοδική ερμηνεία της Φαινομενολογίας: «Γένεση και Δομή της Φαινομενολογίας του πνεύματος του Χέγκελ» (1946) επρόκειτο να αφήσουν ανεξίτηλα ίχνη στη μετέπειτα καριέρα του Φουκώ. Τα νοήματα και διανοήματα του γλωσσικού πλούτου του σπουδαίου Γάλλου στοχαστή δεν είναι άμοιρα έμμεσων ή άμεσων εγελιανών τους καταβολών. Π.χ. όταν λέει ότι οι άνθρωποι γνωρίζουν το τι και το γιατί των πράξεών τους, ενώ δεν γνωρίζουν «το τι κάνει αυτό που κάνουν», η τελευταία τούτη πρόταση δεν μεθερμηνεύει τίποτε περισσότερο παρά την πανουργία του Λόγου του Χέγκελ.

§4

     Είναι αλήθεια πως ο Φουκώ ανακάλυψε στη Φαινομενολογία του πνεύματος, περισσότερο από τα άλλα έργα του Χέγκελ, ένα θεμελιώδες, κατά κάποιο τρόπο, στήριγμα για το συνολικό ξετύλιγμα της σκέψης του. Γίνεται ιδιαίτερα εμφανής η επίδραση της μεθοδολογίας της εγελιανής σκέψης και πιο ειδικά της Φαινομενολογίας στη μελέτη, μεταξύ άλλων, που επεδίωξε των τριών κεντρικών ζητημάτων: της τρέλας, της γνώσης και της υποκειμενικότητας και στο ζήτημα της ιστορίας ως μεθοδολογικού υπόβαθρου του συνολικού του έργου.  Μια συνεπής περιδιάβαση στο βιβλίο του: ιστορία της τρέλας επιτρέπει να διακρίνει κανείς μια νοητή γραμμή πραγμάτευσης της τρέλας, που περιέχει αισθητά σημεία της νοητής και νοητικής γραμμής της Φαινομενολογίας του πνεύματος: πρωτίστως, η κίνηση εκτυλίσσεται εντός του ιστορικού χρόνου και χώρου με τους αντίστοιχους τόπους, δηλ. τις πρακτικές, από την άμεση οριοθέτηση της τρέλας, κατ’ αρχήν σε γενικό και αφηρημένο επίπεδο, ως προς τις ενδότερες εμπλοκές των διαφόρων σχέσεων της εξωτερικότητας, στις διαμεσολαβήσεις της στη σύγχρονη εποχή από ποικίλες καταστάσεις, σχέσεις, συμπεριφορές, ανάλογα με την χρονική στιγμή και τον χώρο, όπου βρίσκεται ο τρελός, έως και τη νεωτερική, ήτοι μετανεωτερική «Λογική» της αντιμετώπιση με όλους τους παραλογισμούς της, υπό μορφή αποξένωσης, αλλοτρίωσης και απαλλοτρίωσης ανθρώπων και χαρακτήρων, απομόνωσης, διαστροφής ή άλυτων αντιφάσεων, κι όλα τούτα στο όνομα της «Λογικής». Αυτόν τον χαρακτήρα της απόλυτης αποξένωσης αποτυπώνει, κατά τον Φουκώ, ο ανιψιός του Ραμώ του Ντιντερό. Παρόμοια, στην εγελιανή Φαινομενολογία, ο ανιψιός του Ραμώ ενσαρκώνει έναν χαρακτήρα της πιο ακραίας μορφής αποξένωσης και αλλοτρίωσης, της καταρράκωσης και του διασπαραγμού.

§5

     Η ως άνω εγγύτητα της σκέψης του Φουκώ με εκείνη του Χέγκελ λαμβάνει χώρα σε εκείνο ακριβώς το σημείο, στο οποίο ο Φουκώ αναζητεί δρόμους ή τρόπους σκέψης, ενάντιους προς τις εγελιανές παραμέτρους σχετικά με την τρέλα· δηλ. προς τους τρόπους ή τις μεθοδεύσεις, τις διεργασίες, οι οποίες οδήγησαν, με τις πρακτικές της διαίρεσης και της ταξινόμησής τους, στις καταστάσεις της αλλοτρίωσης και του διχοτομικού σπαραγμού, όχι μόνο στον αντι-κειμενικό κόσμο αλλά και στο εσωτερικό του υποκειμένου. Αυτές οι διεργασίες και πρακτικές, στην περίπτωση του Χέγκελ, κατά τον Φουκώ, εισήγαγαν την αλλοτρίωση στο εσωτερικό του Λόγου, στον πυρήνα του και δεν πέτυχαν παρά να γεννήσουν μια εξουσίαγνώση, που προοριζόταν μόνο και μόνο να γίνει η επιστήμη και η πρακτική της ψυχιατρικής. Ενώ αυτή η γνώση προβαλλόταν από τις  προαναφερθείσες πρακτικές ως απελευθερωτική, ως περισσότερο ανθρώπινη, ως «λογική», κάτω από την επιφάνειά της παραμόνευε η καταδυνάστευση της «μη-λογικής», δηλ. εκείνης της ανθρώπινης διάστασης που δεν μπορεί να περιοριστεί στην κανονικότητα, δηλ. στην πειθάρχηση που επιβάλλει η εξουσιαστική Λογική. Για τον Γάλλο φιλόσοφο, η «μη-λογική», σαν τρέλα, σαν παράπτωμα, σαν αποξένωση, σπαραγμός κ.λπ. μπορεί να κλείνει κάποια αλήθεια, την οποία η κανονική Λογική σκοτώνει. Έτσι, κατ’ αυτή τη συλλογιστική του, ο Φουκώ εκ πρώτης όψεως εναντιώνεται στην εγελιανή συλλογιστική, που «εισάγει» την αλλοτρίωση στον Λόγο και παράγει μια αυστηρή γλώσσα της επιστήμης, στην πραγματικότητα όμως ακολουθεί τα ίχνη της εν λόγω συλλογιστικής, προκειμένου να απελευθερώσει τον λόγο της τρέλας, με εγελιανούς όρους τον λόγο της αλλοτρίωσης και της καταρράκωσης. Αυτό που επιχειρεί ο Φουκώ εν τέλει στο υπό συζήτηση έργο του είναι να απομονώσει τους ιστορικούς όρους, με βάση τους οποίους λειτουργεί η εγελιανή παρουσίαση της ιστορίας της νεωτερικότητας. Η εξουσίαγνώση βρίσκεται σε εσωτερική ανταπόκριση με τις προσφερόμενες και μεταβαλλόμενες ιστορικά, δηλ. χρονικά πρακτικές. Αλλά και πάλι όχι γενικά με τις πρακτικές παρά με καθετί που μπορεί να συγκροτεί αυτές τις πρακτικές: συμπεριφορές, γλώσσα, κανόνες, λογικές, λόγια κ.λπ., που



[1] Οι τρεις άλλες γαλλικές μεταφράσεις της Φαινομενολογίας του πνεύματος (του Λεφέβρ 1991, της Γιάρτσυκ και του Λαμπαριέρ 1993 και του Μπουρζουά 2006) δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν εκείνη του Υππολίτ, αν και η καθεμιά διακρίνεται για τη δική της μοναδικότητα.