Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

Ο Τραγικός Λόγος στη ζωή μας



Από το Χάος στο Φάος

§1

Ένα σπουδαίο βιβλίο, σύγχρονης προβληματικής, κυκλοφόρησε αυτό τον καιρό με τίτλο και υπότιτλο:
Σκιά και Χρόνος
σπουδή στην τραγικότητα

Συγγραφέας του είναι ο Μιχάλης Α. Μελετίου, που δείγματα της σκέψης του μας έχει ήδη δώσει με τα πέντε προηγούμενα βιβλία του. Στο υπό συζήτηση βιβλίο του ‒ δοκίμιο, έκτο στη σειρά, δεν συζητά απλώς κάποια τυχαία θέματα, έστω καιρικά και επίκαιρα, αλλά θεμελιωδώς εμβαθύνει σε ζητήματα της τραγικής ύπαρξης του ανθρώπου, έτσι όπως τούτη η ύπαρξη ρίχνεται μέσα στον κόσμο, συμπεριφέρεται στο εύρος των σχέσεων της Πόλεως-Πολιτείας και βιώνει τη χρονικότητά της, συνάμα και την ιστορικότητά της, στα έσχατα όρια της ζωής και του θανάτου. Εντός αυτών των ορίων, ο τίτλος: Σκιά και Χρόνος


«αναφέρεται, κατά τρόπο αλληγορικό, στη γνώση και την άγνοια του ανθρώπου, ως δρώντος υποκειμένου, κατά τη διάρκεια της θνητής του παρουσίας στη γη» (σ. 20).

Αλλά πώς νοείται η γνώση και η άγνοια; Η πρώτη εκκινεί από την πληροφοριακή της συνθήκη, αυτό που λέμε στη σύγχρονη ορολογία κοινωνία της πληροφορίας ή κοινωνία της γνώσης, συμπεριλαμβανομένης κατ’ εξοχήν της εικόνας ως τέτοιας, και αναζητά την ολοκλήρωσή της ως δια-νοηματική γνώση, τουτέστι ως γνώση που μας παρέχει ο ενύπαρκτος μέσα στα πράγματα κοινός-καθολικός Λόγος, κατά Ηράκλειτο· ή, κατά τον Χέγκελ, ως φιλοσοφική Γνώση, που εγγυάται η εκδίπλωση του διαλεκτικού Λόγου (dialektische Vernunft). Τούτη η Γνώση συνάπτεται με την ενεργό-πραγματικότητα (Wirklichkeit) και διερευνά εδώ

«την αρχέγονη μήτρα, που εδράζεται στη βάση των θεμελίων» (σ. 21).

Στη συνάφεια τούτη, η άγνοια δεν συνιστά απλώς ένα είδος μη-γνώσης παρά ό,τι δεν

«ανοίγει μέσα από το πάθος και τη θέληση την πύλη του γνώθι σ’ αυτόν» (σ. 22).

Τούτο σημαίνει πως η γνώση αρχίζει να καθιδρύεται ως «μια καινούρια γνώση» (σ. 23), κάτι παρόμοιο δηλ. με αυτό που λέει ο Χέγκελ: κάθε ξεκίνημα είναι πάντοτε ένα νέο ξεκίνημα.

§2

Στο βαθμό που η «Απόλυτη Γνώση» (σ. 23), δηλ. η Γνώση που λύνεται, αποδεσμεύεται από τις περατές ή δεσμευτικές της συνθήκες,  παραμένει για την περατότητα του ανθρώπου το ζητούμενο, ο τελευταίος είναι εκτεθειμένος σε έναν «ακήρυχτο υβριδικό πόλεμο». Αυτός ο πόλεμος, όπως σωστά διευκρινίζει ο συγγραφέας,

«στοχεύει στην υποδούλωση των ανθρώπων μέσω της αλλοίωσης της πολιτιστικής ταυτότητας των όχι και τόσο προνοητικών για την ευημερία τους λαών» (σ. 25-27).

Ο άνθρωπος, κατ’ αυτό το πνεύμα, βρίσκεται υπαρκτικά εν πολέμω, ανεξάρτητα αν έχει ή δεν έχει σχετική επίγνωση, και βιώνει τον εν λόγω πόλεμο: 1) ως πολιορκία του από την αδιόρατη δύναμη της εικόνας· 2) ως απαξίωση του παιδευτικού αγαθού και περιορισμό συνακόλουθα των γνωστικών του οριζόντων με πλήρη αποσύνθεση εν ταυτώ του συναισθηματικού του κόσμου· 3) ως ξερίζωμα της ιστορικότητας των λαών και απόλυτη κυριάρχηση του εθνομηδενισμού· 4) ως υποκατάσταση της ανθρώπινης σκέψης με φαντασιακές οντογενέσεις των μεν ή των δε τεθλιμμένων ατομικών όντων (σ. 26-27). Η ανθρώπινη οντότητα, υπό μια τέτοια «πολεμική» αβεβαιότητα, μεταποιείται σε γυμνή οικονομική κατηγορία, με άμεσο επακόλουθο ο Λογισμός να εκπίπτει σε λογικισμό. Όλα τα ανθρώπινα τώρα σκιάζονται και απ-αθλιώνονται. Ο Χρόνος γίνεται η κόλαση του ανθρώπου, καθώς ο τελευταίος δεν έχει άλλη δυνατότητα από το να σκιαμαχεί με την ‒πανταχού παρούσα και κυριαρχούσαεικονική πραγματικότητα (σ. 32 κ.εξ.).

§3

Η γνωσιακή και μαθησιακή διεργασία μετατρέπεται σε αρνητική απομίμηση, όπως δηλ.  εν πολλοίς εννοεί ο Πλάτων την κακή μίμηση ως αστόχαστη αναπαραγωγή και κατανάλωση ξένων προς την ουσία του ανθρώπου αντιπνευματικών προϊόντων. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος και δη ο νεοέλληνας δεν μπορεί πια να αποφύγει την αποτελμάτωση και τον ολικό μαρασμό: η πνευματική παρακμή γίνεται τώρα η ένδημη αλήθεια του:

«Από τη στιγμή που οι νεοέλληνες δεν βρίσκουν το πρόσφορο πνευματικό έδαφος για να αναπτυχθούν, ως μέλη ενός ιστορικού σώματος που παρήγαγε έναν ασύγκριτο πολιτισμό, σημαίνει ότι είναι αποτελματωμένοι και ανάπηροι μέσα σ’ έναν απατηλό πολιτισμό … Και μέσα στην παραζάλη του μιμητισμού μας … αντικαταστήσαμε την κουτσουρεμένη μας παιδεία με τη μάθηση που προάγει την κούφια επιστημοσύνη» (σ. 51).

Το σύγχρονο τέλμα της νεοελληνικής κοινωνίας έχει καταδικάσει τους ανθρώπους σε αφόρητο και απόλυτο διχασμό. Ο συγγραφέας διαγιγνώσκει αυτή την κατάσταση απόγνωσης της νεοελληνικής συνείδησης και επιχειρεί να τη μεταστοχαστεί πιο γενικευμένα μέσα από τη μελέτη φιλοσοφική και ιστορικήτου τραγικού Λόγου του ανθρώπου, όχι λιγότερο και της τραγικότητάς του (σ. 107). Τι είναι λοιπόν τώρα ο τραγικός Λόγος και η εν λόγω τραγικότητα; Είναι πνευματικά τέκνα της αρχαίας τραγωδίας (ό.π.) και κινούνται πάντα πάνω από την καθημερινότητα ως ηρωικές εποπτεύσεις της τελευταίας και υπ’ αυτή την έννοια ως ανα-κρίσεις, ήτοι μεταστοχαστικές κρίσεις, της ανθρώπινης τραγωδίας ως τέτοιας. Ιστορικά δοκιμάζει ο συγγραφέας την εφαρμογή αυτής της τραγικής διαδρομής μέσα από μια ερμηνεία της τραγωδίας Ιππόλυτος του Ευριπίδη και από ορισμένες καίριες σημάνσεις της τραγωδίας Οιδίππους Τύραννος του Σοφοκλή. Πολύ εύστοχα, μας λέει, πως ο δίκαιος άνθρωπος συμβαίνει, μέσα στη δίνη της υπαρκτικής του συνθήκης και την οδύνη της κοινωνικής του συνύπαρξης, να μη μπορεί εύκολα να βρει τη δικαίωσή του. Αυτό ωστόσο που μπορεί ο τραγικός άνθρωπος να έχει ως ισχυρό όπλο ζωής και δράσης, διά-δρασης μέσα σε έναν γεμάτο αντιφάσεις και αντιθέσεις Βίο, είναι ο Λόγος. Ο Λόγος, που επικοινωνεί εσωτερικά με την τραγική σοφία, είναι αδιάκοπα τραγικός Λόγος. Η συντριβή του ανθρώπου, η συμφορά της κοινότητας και ό,τι άλλο αναφύεται από την αιώνια σύγκρουση ανάμεσα σε αντίθετους κόσμους, ποιοτικά διαφορετικούς, παραπέμπουν στα πάθη της ανθρώπινης ύπαρξης, τα οποία, αν και δυσβάστακτα, μπορούν να βρουν την παραμυθία τους στα φωτεινά μονοπάτια του ως άνω Λόγου.