Η φιλοσοφική ανυπακοή
§ 1
Διάχυτη είναι μέσα στους Διαλόγους του Πλάτωνα η άποψη ότι ο Σωκράτης είναι άτοπος. Από πού μπορεί να προκύπτει ένας τέτοιος χαρακτηρισμός; Από την απορητική του στάση, η οποία έκτοτε έγινε το σήμα κατατεθέν του αυθεντικού φιλοσοφείν. Για την κοινωνία ωστόσο της καθημερινότητας το Σωκρατικό απορείν, γενικώς η φιλοσοφική θεωρία και πράξη του φιλοσόφου λογιζόταν επικίνδυνη, γιατί δεν συμβάδιζε με τον κοινό νου και ήταν ευθέως αντίθετη προς την κατασκευασμένη αυθεντία του αξιώματος. Η εναντίωση του ενάντια στην κατασκευασμένη αυθεντία, η μη παραδοχή εκ μέρους του αυτού που θεωρούταν αυτονόητη αλήθεια για τους πολλούς, διαβάστηκε –και ορισμένως εξακολουθεί και σήμερα να διαβάζεται– ως αντιδημοκρατική στάση και τον έστειλε στο δικαστήριο. Από τη στιγμή που ο Σωκράτης σύρθηκε στο δικαστήριο, όλα έπαψαν να είναι όπως πριν.
§ 2
Η σκοπιά του Σωκράτη και η σκοπιά των Αθηναίων, η καθεμιά για λογαριασμό του δικού της δικαίου, δεξιώνεται την ευθύνη της απόφασης. Είτε πρόκειται για τη δικαστική απόφαση που φιλοδοξεί να υπερασπισθεί το περί δικαίου κοινό αίσθημα είτε για την απόφαση του Σωκράτη να μην υποταχθεί στην κοινοτοπία, άρα να μην ορρωδήσει μπροστά στον θάνατο, που του επιφυλάσσει αυτή η κοινοτοπία, και να ακολουθήσει ως το τέλος του βίου του τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής, η κάθε σκοπιά ευτυχεί μέσα στην υπαρκτική της περιπέτεια, να αναγιγνώσκει την αλήθεια της ως την απόφαση για υπακοή ή ανυπακοή. Οι Αθηναίοι ζητούν από τον φιλόσοφο υπακοή στα θεσμισμένα αξιώματα της πολιτείας της Αθήνας. Ο Σωκράτης, κάτω από τη δύναμη της φιλοσοφίας, χαράσσει τον δικό του δρόμο της ανυπακοής. Στην απολογία του δηλώνει ρητά πως αν τον αθωώσουν με τίμημα να μην φιλοσοφεί, αυτός δεν θα υπακούσει και θα συνεχίσει να τους «ενοχλεί» φιλοσοφικά (Πλάτων, Απολογία Σωκράτους 29 c–d 5).
§ 3
Η αντήχηση αυτού του Πλατωνικού λόγου ανα-καλεί μια ανάγνωση της υπόθεσης του Σωκράτη σε διηνεκή αναφορά προς τη δημοσιότητα της πολιτικής· είναι τελικά αυτή η δημοσιότητα που με τη δίκη και την καταδίκη του πιο φιλοσοφημένου νου της αθηναϊκής κοινωνίας επιβεβαιώνει πρωτογενώς πως η φιλοσοφία δεν μπορεί να ευδοκιμήσει μέσα στο κλειστό αρχείο των μικρονόων πολιτικών, όπως εξίσου καλά σήμερα δεν ευδοκιμεί μέσα στις σκονισμένες αίθουσες των πανεπιστημίων. Πού ευδοκιμεί η φιλοσοφία; Στην επιστροφή: ο φιλόσοφος επιστρέφει από το άγνωμο πλήθος στην αυθεντική του εαυτότητα, η οποία διακρίνεται σαφώς από την αναυθεντική εγώτητα των πολλών, μηδέ εξαιρουμένων και των αγροτο-δικαστών της Ηλιαίας. Ο Σωκράτης αντικρίζει την καταδίκη ως μια συμβατική πράξη πειθαναγκασμού. Γι’ αυτό επαναβεβαιώνει την προσήλωσή του στη φιλοσοφική ανυπακοή.
§ 4
Ποιο είναι το ζητούμενο αυτής της ανυπακοής; Η ηθική αυτονομία, η οποία αποτελεί το γνωσιο-οντο-λογικό κέντρο του ανθρώπου· το κέντρο δηλαδή όπου ο άνθρωπος αποφασίζει να μην αποβλακώνεται μέσα στην πολιτική και κοινωνική σκοπιμότητα αλλά να θέλει να έχει αυτό-συνείδηση. Τούτο σημαίνει πως η φιλοσοφική ανυπακοή σε συνδυασμό με την ηθική αυτονομία είναι η θεμελιώδης αρχή που αποτρέπει τον Σωκράτη –γενικότερα δε τον άνθρωπο– από δουλόφρονες ηθικολογίες, για να τον στρέφει κυριολεκτικά στην περισυλλογή της ύπαρξής του και, αν χρειάζεται, ενάντια στη μοιραία εθελοδουλεία απρόσωπων πολιτών. Τον αποτρέπει πάντοτε με ορίζοντα τη ριζική κατανόηση του εαυτού, η οποία ενέχει ως δομικό στοιχείο την φιλοσοφική πορεία προς την ανυπακοή. Και η πολιτική πού ευδοκιμεί; Στο δημόσιο χώρο: αναγγέλλει το δημόσιο-Είναι της ως την κοινωνική συνείδηση, η οποία ζητεί να ασκεί χρηστή διοίκηση πάνω από συνθήκες και αμφισβητήσεις, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται απόλυτα εξουσιαστική· εκφράζει την εφήμερη ανάγκη υπεράσπισης αυτού που υπάρχει, ήτοι διαχειρίζεται συμφεροντολογικά και ψυχρά τα πράγματα του κράτους, και δεν φείδεται να αναγορεύει σε καθολικό ή γενικό γνώμονα αυτής της κοινότητας τη σχηματική αντίληψη περί συμμόρφωσης ή παράβασης.
§ 5
Εξαντλείται στο να καταμετρά αξιόποινες πράξεις ή ενοχές ατομικών συνειδήσεων, κάνοντας αφαίρεση από τη συλ-λογική ευθύνη και την κατανόηση αυτής της συλ-λογικότητας. Συναντάμε λοιπόν τότε και τώρα μια πολιτική κοινότητα, η οποία ενθουσιάζεται να αντιπαραθέτει τη συνειδητή δραστηριότητα του πολίτη στην ηθική του αυτονομία και ανάλογα να καλλιεργεί τον φθόνο και τη διαβολή. Ανήκει στις εύλογες επιθυμίες της να υπερασπίζεται ωμά τη σαθρότητα των αρχών της, να ακούει μόνο ό,τι καταφάσκει τη γνώμη της, να προσκολλάται στην προσδοκία της κοινοτοπίας της και να πράττει ό,τι εδραιώνει την εξ-ουσία της. Συμβαίνει τότε η πολιτική πράξη να παράγει φρικτά ερειπωμένες υπάρξεις, που καταρρέουν μπροστά στη βίαιη εισβολή του ασήμαντου. Την ίδια στιγμή καταφθάνουν απροσδόκητα τα συνταρακτικά γεγονότα της κοινωνίας και προσ-καλούν θεματοφύλακες του νόμου και κατ’ επάγγελμα πολιτικούς να σώσουν την πατρίδα από την καταιγίδα. Αντ’ αυτού όμως τούτοι την ξεπουλούν αδιάντροπα.
§ 6
Ο Σωκράτης, όπως δείχνει, μεταξύ άλλων πλατωνικών έργων, η «Απολογία», αποδέχτηκε την πρόσ-κληση της εποχής του και την ανήγαγε σε πρόκληση για τον εαυτό του και για τους άλλους· δεν συμβιβάστηκε με την υπολογιστική οργάνωση της ζωής, παρά ανέλαβε με παρρησία την πιο ριζοσπαστική φιλοσοφική αποστολή. Αυτή η αποστολή, καταπώς λέει ο Φουκώ, έμελλε να μετατρέψει την ελευθερία γνώμης και σκέψης από απλό πολιτικό δικαίωμα σε ηθική επιταγή ή αρχή, δυνάμει της οποίας επιτυγχάνεται η αυθεντική επι-κοινωνία των ανθρώπων. Προς τούτο ο Σωκράτης είναι υποχρεωμένος να καταπολεμήσει τα κύματα διαβολής που τον κατακλύζουν και με τη στάση του να διαυγάσει το αγεφύρωτο χάσμα που χωρίζει την πολιτική από τη φιλοσοφία. Έτσι εγκαινιάζει μέσα στη ζωή τη «φυγή του μόνου προς μόνο» (Πλωτίνος) και εγκαθιδρύει απείρως μέσα στο χρόνο, ως άμεση συνέπεια της φυγής, τη διερώτηση για τη νομιμότητα ενός απολιθωμένου Πολιτικού με μια αντίστοιχη παράλυση της κοινωνικής συνείδησης του ανθρώπινου ατόμου. Τι μπορεί να σημαίνουν όλα ετούτα για τον σημερινό πολίτη της Ελλάδας;