Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Φιλοσοφία της ιστορίας (1): θεώρηση του Hegel





Γκέοργκ  Χέγκελ
1770–1830


Ο Λόγος μέσα στην ιστορία

§1. Ο Χέγκελ συνοψίζει ως εξής τη συνολική του αντίληψη για την ενεργό παρουσία του Λόγου μέσα στην ιστορία: εάν συμπεριφερόμαστε έλλογα στην ενεργό πραγματικότητα (Wirklichkeit), θα μας συμπεριφερθεί κι αυτή έλλογα. Υπό ένα τέτοιο πνεύμα επιχειρεί να εισχωρήσει στη φιλοσοφία της ιστορίας του κόσμου, της παγκόσμιας ιστορίας. Τι σημαίνει φιλοσοφία της παγκόσμιας ιστορίας; Εκ πρώτης όψεως σημαίνει θεώρηση, εξέταση της ιστορίας που πραγματοποιεί η νόηση, ο στοχασμός (Denken). Κάθε θεώρηση της ιστορίας που γίνεται δεν είναι έργο αυτής της νόησης, αυτού του στοχασμού; Ο Χέγκελ δεν το αμφισβητεί αυτό· προσθέτει μόνο, από τη δική του διαλεκτική σκοπιά, πως το ζητούμενο δεν είναι μια οποιαδήποτε θεώρηση της ιστορίας, αλλά πρωτίστως η φιλοσοφική της θεώρηση.


§2. Για τον κοινό νου, την κοινή αντίληψη, φιλοσοφική πραγμάτευση της ιστορίας φαντάζει ως κάτι το αντιφατικό, το ασύμβατο, το ακατανόητο. Φιλοσοφία και ιστορία λογίζονται, για την εν λόγω αντίληψη, ως δυο διαφορετικές, διαμετρικά αντίθετες έννοιες: η μεν πρώτη παραπέμπει στη νοητική δραστηριότητα του υποκειμένου ως τέτοιου, η δε δεύτερη ασχολείται με αντικειμενική περιγραφή, παρουσίαση συμβάντων· είναι μια απλή ιστοριογραφία. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια ενεργό, ανήσυχη υποκειμενικότητα, στη δεύτερη με μια παθητική, απτή, συμβατική αντικειμενικότητα, όπου καταγράφονται γεγονότα και συμβάντα. Όχι σπάνια δε καταγράφονται και παρουσιάζονται με βάση τις κυρίαρχες πολιτικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές, επιστημονικές σκοπιμότητες, με αποτέλεσμα η ιστορία να υποβιβάζεται σε όργανο προπαγάνδας και να χάνει τον γεμάτο νοήματα χαρακτήρα της.

§3. Σε αντίθεση με την εν λόγω κοινή πρόσληψη της ιστορίας ως ιστοριογραφίας, ο Χέγκελ θεωρεί πως φιλοσοφία και ιστορία όχι μόνο δεν είναι ασύμβατες έννοιες και πραγματικότητες, παρά διέπονται από ένα κοινό στοιχείο: το νοείν ή τη νόηση, το σκέπτεσθαι, τον στοχασμό. Είτε φιλόσοφος είναι κάποιος είτε ιστορικός είτε άλλης επιστήμης διανοητής είναι σκεπτόμενος άνθρωπος και ως τέτοιος διαφοροποιείται από το ζώο που δεν διαθέτει αυτή τη νόηση. Σκέψεις, αισθήματα, ένστικτα, βούληση κ.λπ. είναι ανθρώπινα και όχι ζωώδη. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος μόνο έχει θρησκεία, όπως λέγει σε άλλο σημείο ο φιλόσοφος, και όχι το ζώο. Η νοητική δραστηριότητα, ως εκ τούτου, μπορεί να υπάρχει μέσα σε όλες τις επιστήμες, στην ιστορία, στην τέχνη και αλλού, στον φιλοσοφικό της ωστόσο προσανατολισμό ή ως φιλοσοφική νόηση είναι διαφορετικής τάξης.  Η επιστημονική ή ιστορική νόηση υποτάσσεται στο ον, στο αντικείμενο, το υπηρετεί. Η ιστορία π.χ. συλλαμβάνει καθαρά μόνο το υπάρχον, το γεγονός, το συμβάν, το δεδομένο. Η φιλοσοφία, απεναντίας, επιχειρεί να εντάξει αυτό το ον, γεγονός, συμβάν κ.λπ. σε ένα στοχαστικά διαλεκτικό όλο που η ίδια παράγει.

§4. Όταν λοιπόν ο φιλόσοφος αναλαμβάνει να σκεφτεί φιλοσοφικά την παγκόσμια ιστορία, λαμβάνει ως βάση το γεγονός ότι η ιστορία εν γένει  εκτυλίσσεται με τον τρόπο του Λόγου, κινείται έλλογα. Το «κινείται έλλογα» δεν σημαίνει πως όλα γίνονται σωστά και αληθινά ή ότι κάποια εξωτερική λογική καθορίζει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά πως το ιστορικό γίγνεσθαι ενέχει Λογικότητα, συμβαίνει ως Λόγος και ως ιστορικότητα αυτού του Λόγου. Επομένως, εάν θέλουμε να το κατανοούμε, καλούμαστε να μην αφηγούμαστε απλώς ό,τι συμβαίνει, να μην περιοριζόμαστε στο ιστοριογραφικό, ή να μην επαφιέμεθα, για μια λύση του αινίγματος των ιστορικών πράξεων, στην αφέλεια της μιας ή της άλλης μορφής πίστεως αλλά να εκκινούμε από την επίγνωση «ότι ο Λόγος εξουσιάζει τον κόσμο» (Χέγκελ) και να προϋποθέτουμε, για κάθε ιστορική έρευνα, αυτό και μόνο αυτό «το διανόημα του Λόγου» (Χέγκελ). Το προϋποθέτουμε όχι ως a priori αξίωμα, παρά ως το ζητούμενο κατά την εξέλιξη της μελέτης της ιστορίας, άρα ως το συναγόμενο από τη μελέτη τούτη.

§5. Κατ’ αυτό τον τρόπο αρχίζει η φιλοσοφική θεώρηση της παγκόσμιας ιστορίας: αναζητούμε την παρουσία του συγκεκριμένου διανοήματος μέσα στην παγκόσμια ιστορία ή άλλως μέσα στην ιστορία του κόσμου (Weltgeschichte). Γιατί όμως μέσα στην παγκόσμια ιστορία και όχι, ας πούμε, σε ένα μόνο επί μέρους, ορισμένο εν χώρω και χρόνω, τμήμα της; Επειδή ο Λόγος δεν εμφανίζεται με περιορισμένη ισχύ στο κάθε επί μέρους, δεν είναι απλώς λόγια και λέξεις μιας ορισμένης χρονικής στιγμής αλλά η απέραντη δια-νοηματική ισχύς του συμβαίνοντος παγκοσμίως ή του παγκόσμιου ιστορικού γίγνεσθαι. Απέραντη ισχύς: ποιεί τα πάντα, εκφράζει τη Λογική της/τον Λόγο της εννοιολογικής/κατανοητικής τους ενότητας και για μας, τους ανθρώπους, αποτελεί την ερμηνευτική ισχύ του παντός.

§6. Έτσι δεν μπορεί, με κανένα τρόπο, να ακινητοποιείται μπρος στο ένα ή το άλλο εμπόδιο, να χάνει τον προσανατολισμό του και να αυτο-εγκαταλείπεται στο έλεος αλλότριων δυνάμεων. Γιατί μπορεί να ποιεί τα πάντα; Επειδή είναι η ενύπαρκτη υπόσταση, δηλαδή η συνεκτική και πραγματική ουσία, στην οποία καθετί που συμβαίνει οφείλει την ύπαρξή του. Αλλά ως τέτοια υπόσταση πρέπει να εμφανίζεται, δυνάμει της διαλεκτικής υπόστασης-υποκειμένου της Φαινομενολογίας του πνεύματος. Η μορφή εμφάνισής του είναι το πνεύμα, το παγκόσμιο πνεύμα. Αναλογικά, η παγκόσμια ιστορία είναι η ιστορική ανάπτυξη αυτού του πνεύματος και ως τέτοια συνιστά την κατά Λόγο αυτο-αποκάλυψή του. Ως εκ τούτου, όταν φιλοσοφούμε επί της ιστορίας, ουσιαστικά επιζητούμε να γινόμαστε μέτοχοι της συγκεκριμένης αποκάλυψης του εαυτού του πνεύματος: να προσδοκούμε νόημα και συνάμα να εξελισσόμαστε σε φορείς, παραγωγούς νοήματος.